ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟΣ ΟΔΗΓΟΣ ΣΤΟ ΔΙΑΛΟΓΙΣΜΟ

(Τα παρακάτω περιλαμβάνουν αποσπάσματα που έχουν κατάλληλα διαμορφωθεί, από τα βιβλία της Αλίκη Μπέιλη «Από τη Διάνοια στην Ενόραση» και «Το Φως της Ψυχής»).

A. Εισαγωγικές Παρατηρήσεις

Στην εποχή μας σημειώνεται έντονο και ευρύ ενδιαφέρον πάνω στο θέμα του Διαλογισμού. Τούτο αποτελεί ένδειξη μιας παγκόσμιας ανάγκης και είναι κάτι που απαιτείται να κατανοηθεί με σαφήνεια. Όπου συναντάμε μια τάση του κοινού προς κάποια κατεύθυνση, με εστιασμένο και σταθερό τρόπο, μπορούμε με ασφάλεια να συμπεράνουμε ότι μέσα από αυτή θα προκύψει εκείνο που χρειάζεται η φυλή για την πορεία της προς τα εμπρός.

Το ότι ο διαλογισμός εκλαμβάνεται ως «τρόπος προσευχής» από όσους αρκούνται σε ένα πρόχειρο ορισμό, δυστυχώς αληθεύει. Μπορεί, όμως, να δοθεί η διαβεβαίωση ότι με την ορθή κατανόηση της διαδικασίας του διαλογισμού και με την ορθή προσαρμογή του στις ανάγκες του σύγχρονου πολιτισμού μας, θα εξευρεθεί λύση στα αδιέξοδα της, σήμερα, παρεχόμενης εκπαίδευσης σε αυτόν, καθώς και η μέθοδος με την οποία μπορούμε να διαπιστώσουμε το γεγονός της ψυχής. Εκείνο, δηλαδή, το ζωντανό κάτι, που ονομάζουμε «Ψυχή» από έλλειψη πιο κατάλληλου όρου.

Από τα βάθη των αιώνων η ανθρώπινη συνείδηση προοδεύει και εξελίσσεται σταθερά. Αυξάνει η επίγνωση της φύσης, του κόσμου δηλαδή εντός του οποίου ζούμε, καθώς και η σύλληψη του Όλου, σε βαθμό που ολόκληρος ο κόσμος, πλέον, συνδέεται στενά μέσω ραδιοφώνου, τηλεφώνου και τηλεόρασης. Η ανθρωπότητα είναι μια και ενιαία και η διάνοια συνιστά τον κύριο παράγοντα που προκαλεί αυτό το έκδηλο θαύμα.

Έχουμε φτάσει σε μια κατανόηση των νόμων που κυβερνούν τον φυσικό κόσμο και μερικών από αυτούς που κυβερνούν τον ψυχικό. Οι νόμοι του πνευματικού βασιλείου, όπως αποκαλείται, περιμένουν να ανακαλυφθούν επιστημονικά και να χρησιμοποιηθούν. Μερικοί τους έχουν γνωρίσει και έχουν μιλήσει στην ανθρωπότητα γι' αυτούς, αλλά χρησιμοποιούνται μόνον από τα πρωτοπόρα πνεύματα της φυλής μας. Ανάμεσα σ' αυτούς τους λίγους που ξεχωρίζουν ως επιφανείς Γνώστες, είναι ο Βούδας, ο Χριστός, ο Πλάτωνας, ο Αριστοτέλης, ο Πυθαγόρας, ο Μάιστερ Έκχαρτ, ο Ιάκωβος Μπέμε, ο Σπινόζα – ο κατάλογος είναι μακρύς.

Αρχίζουμε πλέον να θέτουμε το προφανές ερώτημα: Δεν είναι άραγε δυνατό πολλές εκατοντάδες να βρίσκονται, τώρα, στο σημείο όπου μπορούν να συντονίσουν εγκέφαλο, το νου και την ψυχή και έτσι να περάσουν από την πύλη της νοητικής επίγνωσης στο βασίλειο του φωτός, της ενορατικής αντίληψης και στον κόσμο των αιτίων; Οι Γνώστες λένε πως μπορούμε και μας μιλούν για τον τρόπο. (Από τη Διάνοια στην Ενόραση, σσ. 180-81 - αγγλικό)

B. Σχετικές Ερωτήσεις

Ο διαλογισμός σκοπό έχει την επαφή με την ψυχή και τελικά την ένωση με την ψυχή. Αντικείμενό του έχει να καταστήσει τον άνθρωπο ικανό να γίνει στην εξωτερική του εκδήλωση ό,τι είναι στην εσωτερική του πραγματικότητα και να τον κάνει να συνταυτιστεί με την όψη της ψυχής και όχι απλώς με τα κατώτερα χαρακτηριστικά της προσωπικότητος.

Με το διαλογισμό ...εξελίσσονται οι δυνάμεις της ψυχής. Κάθε πτυχή ή φορέας, μέσω του οποίου εκφράζεται η ψυχή, περιέχει μέσα του, σε λανθάνουσα κατάσταση, ορισμένες έμφυτες δυνάμεις, αλλά η ψυχή, που είναι η πηγή όλων αυτών, τις κατέχει στην αγνότερη και την πιο εξευγενισμένη μορφή τους...

Οι δυνάμεις της ψυχής ξεδιπλώνονται κανονικά και φυσιολογικά. Αυτό γίνεται όχι γιατί είναι αποτέλεσμα επιθυμίας ή συνειδητής ανάπτυξης, αλλά διότι, όσο ο εντός μας θεός αναλαμβάνει τον έλεγχο και κυριαρχεί πάνω στα σώματά Του, οι δυνάμεις Του γίνονται φανερές πάνω στο φυσικό πεδίο, οπότε οι ψυχικές δυνατότητες εκδηλώνονται ως γνωστές πραγματικότητες και πραγματώνονται.

...Επιβεβαίωση όλων αυτών αποτελεί η μαρτυρία των μυστικιστών και των μυημένων όλων των εποχών. Το γεγονός ότι άλλοι αυτό το επέτυχαν μπορεί να μας ενθαρρύνει και να προκαλεί το ενδιαφέρον, αλλά από μόνο του δεν αρκεί, εκτός αν εμείς οι ίδιοι αναλάβουμε συγκεκριμένη δράση. Τούτο διότι η διαδικασία για το ξεδίπλωμα της έλλογης συνείδησης απαιτείται να ασκείται και να εκτελείται από εμάς τους ίδιους.

Αυτό συνεπάγεται την ανάπτυξη του νου ως μίας συνθετικής ή κοινής αίσθησης και διέπει τη χρήση του σε σχέση με τον κόσμο της γήινης ζωής, των συναισθημάτων και της σκέψης. Συνεπάγεται, επίσης, τον κατά βούληση προσανατολισμό του προς τον κόσμο της ψυχής και την ικανότητά της να ενεργεί ως μεσολαβητής μεταξύ της ψυχής και του φυσικού εγκεφάλου.

Η πρώτη σχέση (με την καθημερινότητα) αναπτύσσεται και υποθάλπεται με τη χρήση υγιών μεθόδων εξωτερικής εκπαίδευσης και εκγύμνασης. Η δεύτερη σχέση (με την ψυχή) επιτυγχάνεται με τη χρήση του διαλογισμού, μιας ανώτερης μορφής εκπαιδευτικής διαδικασίας. (Από τη Διάνοια στην Ενόραση, σσ. 83-87 - αγγλικό)

Μπορεί κάποιος, αν το επιθυμεί, να επωφεληθεί και να κατακτήσει την τεχνική του διαλογισμού;

...Θα πρέπει ευθύς εξ αρχής να μη λησμονείται ότι η καθαυτή παρόρμηση για διαλογισμό, μπορεί να θεωρηθεί ένδειξη του καλέσματος της ψυχής για την Ατραπό της Γνώσης. Κανείς δεν πρέπει να αποθαρρυνθεί, αν ανακαλύψει ότι του λείπουν τα απαιτούμενα προσόντα σε ορισμένα ουσιαστικά σημεία. Οι περισσότεροι από μας είναι ανώτεροι και σοφότεροι και καλύτερα εξοπλισμένοι απ' ό,τι φανταζόμαστε. Μπορούμε όλοι να αρχίσουμε αμέσως να συγκεντρωνόμαστε, αρκεί να το διαλέξουμε.

Κατέχουμε πολλές γνώσεις, διανοητική δύναμη και ικανότητες, χωρίς ποτέ να τις έχουμε ανασύρει από το βασίλειο του υποσυνείδητου σε αντικειμενική χρησιμότητα. Όποιος έχει παρατηρήσει τα αποτελέσματα του Διαλογισμού πάνω στον αρχάριο, θα πιστοποιήσει αυτή τη δήλωση...

Τα αποτελέσματα του πρώτου βήματος στην ασκητική του Διαλογισμού, που είναι η Συγκέντρωση, είναι συχνά εκπληκτικά. Οι άνθρωποι «βρίσκουν» τον εαυτό τους. Ανακαλύπτουν κρυμμένες ικανότητες και μια κατανόηση που ποτέ πριν δεν αξιοποίησαν. Αναπτύσσουν μια επίγνωση, ακόμα και του φαινομενικού κόσμου, που είναι γι' αυτούς εκπληκτική. Ξαφνικά διαπιστώνουν το γεγονός του νου και διαπιστώνουν, επίσης, ότι μπορούν να τον χρησιμοποιήσουν. Η διάκριση μεταξύ του γνώστη και του οργάνου της γνώσης γίνεται σταθερά και αποκαλυπτικά προφανής.

Ταυτόχρονα σημειώνεται μια αίσθηση απώλειας. Οι παλιές ονειρικές καταστάσεις ευλογίας και γαλήνης, με τις οποίες τους είχε προικίσει η μυστικιστική προσευχή και ο διαλογισμός, εξαφανίζονται. Δοκιμάζουν ένα παροδικό συναίσθημα αποξήρανσης, στέρησης και κενότητας, που, συχνά, γίνεται εξαιρετικά καταθλιπτικό. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το επίκεντρο της προσοχής βρίσκεται, πλέον, μακριά από τα πράγματα των αισθήσεων, οσοδήποτε όμορφα κι αν είναι.

Τα πράγματα που γνωρίζει και μπορεί να σημειώνει η διάνοια, δεν έχουν ακόμα καταγραφεί, ούτε ο μηχανισμός του αισθήματος ασκεί τη συνηθισμένη του επίδραση πάνω στη συνείδηση. Είναι μια περίοδος μετάβασης και πρέπει να διανυθεί με υπομονή, ως τη στιγμή που ο νέος κόσμος θα αρχίσει να επιδρά πάνω στο ζηλωτή. Αυτός είναι ένας λόγος που χρειάζεται η επιμονή και η καρτερία να παίξουν το δικό τους ρόλο, ιδιαίτερα στα αρχικά στάδια της διαδικασίας του διαλογισμού.

Ένα από τα πρώτα αποτελέσματα του έργου του διαλογισμού είναι, συνήθως, μια αυξημένη αποτελεσματικότητα στην καθημερινή ζωή, είτε τη ζούμε στο σπίτι, στο γραφείο ή σε οποιοδήποτε πεδίο της ανθρώπινης δραστηριότητας. Η διανοητική επικέντρωση στις υποθέσεις της ζωής είναι καθ' εαυτή μια άσκηση στη συγκέντρωση και φέρνει αξιοσημείωτα αποτελέσματα. Ανεξάρτητα από το αν ο άνθρωπος επιτύχει ή όχι τη φώτιση μέσα από την άσκηση της συγκέντρωσης και του διαλογισμού, θα έχει, ωστόσο κερδίσει πολλά και θα έχει πλουτίσει κατά πολύ τη ζωή του. Η χρησιμότητα και η δυναμική του θα αυξηθούν σε τεράστιο βαθμό και η σφαίρα επιρροής του θα διευρυνθεί.

...Επομένως, καθένας που δεν είναι καθαρά συναισθηματικός, που έχει μια επαρκή μόρφωση και που είναι πρόθυμος να εργαστεί με επιμονή, μπορεί να καταπιαστεί με τη μελέτη του διαλογισμού με αρκετό θάρρος. Μπορεί να αρχίσει να οργανώνει τη ζωή του, έτσι ώστε, να μπορούν να γίνουν τα πρώτα βήματα στην ατραπό προς τη φώτιση και αυτή η οργάνωση είναι ένα από τα πιο δύσκολα βήματα. Είναι καλό να θυμόμαστε ότι όλα τα προκαταρκτικά βήματα είναι δύσκολα, γιατί πρέπει να εξουδετερωθούν οι συνήθειες και οι ρυθμοί πολλών χρόνων. Αλλά, από τη στιγμή που γίνουν και κυριαρχηθούν, η εργασία γίνεται ευκολότερη.

Είναι φανερό, συνεπώς, ότι η απάντηση στο πρώτο ερώτημα μας είναι η εξής:

Πρώτον: Δεχόμαστε την υπόθεση πως υπάρχει μια ψυχή και πως αυτή την ψυχή μπορεί να τη γνωρίσει ο άνθρωπος αν καταφέρει να εκπαιδεύσει και να ελέγξει το νου του.

Δεύτερον: Πάνω στη βάση αυτής της υπόθεσης, αρχίζουμε να συντονίζουμε τις τρεις όψεις της κατώτερης φύσης και να ενοποιούμε το νου, το συναίσθημα και το φυσικό σώμα σε ένα οργανωμένο και αντιληπτό Όλον. Αυτό το πετυχαίνουμε με την άσκηση της συγκέντρωσης.

Τρίτον: Καθώς η συγκέντρωση μεταβάλλεται σε διαλογισμό (ο οποίος αποτελεί μια πράξη παρατεταμένης συγκέντρωσης), αρχίζει να γίνεται αισθητή η επιβολή της θέλησης της ψυχής πάνω στο νου. Σιγά-σιγά η ψυχή, ο νους και ο εγκέφαλος παρασύρονται σε στενή μεταξύ τους σχέση. Αρχικά ο νους ελέγχει τον εγκέφαλο και τη συναισθηματική φύση. Κατόπιν η ψυχή ελέγχει το νου. Το πρώτο το αποφέρει η συγκέντρωση. Το δεύτερο ο διαλογισμός.

Από αυτή την αλληλουχία ενεργειών, ο ενδιαφερόμενος ερευνητής θα αφυπνισθεί και θα συνειδητοποιήσει πως υπάρχει ένα πραγματικό έργο να γίνει και ότι το πρωταρχικό εφόδιο που χρειάζεται είναι η επιμονή... Η οργάνωση της ζωής της σκέψης, κάθε στιγμή και παντού, και η εξάσκηση στη συγκέντρωση τακτικά, κάθε μέρα, σε κάποια καθορισμένη ώρα αν είναι δυνατό, καλλιεργούν την εστιασμένη στάση κι αυτές οι δύο μαζί σημαίνουν επιτυχία. (Αυτόθι, σσ. 199-206 - αγγλικό)

Η εφέλκυση της ψυχής προϋποθέτει απομόνωση σε έρημο;

Οι πιο πολλοί από μάς ζούμε εν μέσω συνθηκών που καθιστούν απολύτως ανέφικτη την ειρήνη και την ησυχία. Στο σύγχρονο κόσμο, η λύση αυτού του προβλήματος έγκειται στην ορθή του κατανόηση και στην επίδειξη μιας καινούριας όψης σε μια παλαιά αλήθεια. Αυτό αποτελεί δικό μας προνόμιο.

Εμείς στη Δύση ανήκουμε σε μια νεώτερη φυλή. Στην παλαιά, γηραιά Ανατολή, οι ολίγοι ριψοκίνδυνοι πρωτοπόροι κατέφυγαν στην απομόνωση από όπου εξασφάλισαν για λογαριασμό μας τις ευκαιρίες και διέσωσαν, για χάρη μας, τους κανόνες. Διέσωσαν, για εμάς, την τεχνική ώσπου νάρθει ο καιρός που οι μάζες των ανθρώπων θα είναι έτοιμες να κινηθούν εμπρός σε μεγάλους αριθμούς, κι όχι ένας-ένας ή δύο-δύο.

Αυτός ο καιρός έφτασε. Ακόμη και μέσα στην πίεση της σύγχρονης καθημερινότητας οι άνθρωποι, παντού, μπορούν να ανακαλύπτουν ένα κέντρο ειρήνης εντός τους. Έτσι μπορούν, και το κάνουν, να εισέρχονται σε μια κατάσταση ήσυχης θετικής συγκέντρωσης η οποία τους επιτρέπει να φτάσουν στον ίδιο στόχο και να αποκτήσουν την ίδια γνώση και να εισέλθουν στο ίδιο Φως του οποίου τη μαρτυρία έδωσαν τα μεγάλα Άτομα της φυλής.

Το σημείο απομόνωσης στο οποίο αποσύρεται κάποιος, ανακαλύπτεται ότι βρίσκεται εντός του εαυτού. Ο τόπος της ησυχίας όπου γίνεται η επαφή με την ζωή της ψυχής είναι εκείνο το σημείο μέσα στην κεφαλή, όπου ψυχή και σώμα συναντώνται... Εκείνοι που μπορούν να ασκηθούν στο να επικεντρώνονται αρκούντως, μπορούν να αποσύρουν ανά πάσα στιγμή, όπου κι αν βρίσκονται, τις σκέψεις τους σε αυτό το κέντρο στην κεφαλή και εκεί να διεξαγάγουν το μέγα έργο της ενοποίησης. (Αυτόθι, σ. 207 - αγγλικό)

Γ. Ο Μηχανισμός της Διαδικασίας του Διαλογισμού

H υπόθεση πάνω στην οποία θα βαδίσει τελικά η νεότερη σχολή στο εκπαιδευτικό πεδίο (αν οι θεωρίες που εκθέτονται σ’ αυτό το βιβλίο έχουν πραγματικά κάποια βάση) μπορεί να εκφρασθεί με τις ακόλουθες προτάσεις:

Πρώτο: Tο κέντρο ενέργειας, δια του οποίου εργάζεται η ψυχή, βρίσκεται στον ανώτερο εγκέφαλο. Kατά τη διάρκεια του διαλογισμού, αν είναι αποτελεσματικός, ενέργεια από την ψυχή εισρέει στον εγκέφαλο κι έχει ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα στο νευρικό σύστημα. Ωστόσο, αν ο νους δεν ελέγχεται και κυριαρχεί η συναισθηματική φύση (όπως στην περίπτωση του καθαρού μυστικιστή), το αποτέλεσμα γίνεται αισθητό κυρίως στον αισθαντικό μηχανισμό, στις συναισθηματικές καταστάσεις ύπαρξης. Όταν ο νους είναι ο κυρίαρχος παράγοντας, τότε ο μηχανισμός της σκέψης στον ανώτερο εγκέφαλο περιέρχεται σε οργανωμένη δραστηριότητα. O άνθρωπος καθώς ανακαλύπτει νέα βασίλεια γνώσης, αποκτά μια νέα ικανότητα να σκέπτεται καθαρά, συνθετικά και δυναμικά.

Δεύτερο: Στη περιοχή της υπόφυσης έχουμε την έδρα των κατώτερων ιδιοτήτων, όταν είναι συντονισμένες στον ανώτερο τύπο ανθρώπινου όντος. Έχουν συντονισθεί και συντεθεί εδώ κι –όπως μας έχουν πει ορισμένες αξιόπιστες σχολές ψυχολόγων και ενδοκρινολόγων– εδώ πρέπει να βρίσκονται και τα συναισθήματα και οι πιο συγκεκριμένες όψεις του νου (που αναπτύσσονται από φυλετικές συνήθειες και κληρονομημένα ένστικτα και συνεπώς δε χρειάζονται τη λειτουργία του δημιουργικού ή ανώτερου νου). Aυτό ήταν το θέμα του προηγούμενου βιβλίου μου, H Ψυχή και ο Mηχανισμός της και δεν μπορεί ν’ αναπτυχθεί εδώ.

Tρίτο: Όταν η προσωπικότητα –το σύνολο των φυσικών, συναισθηματικών και νοητικών καταστάσεων– είναι υψηλής τάξης, τότε η υπόφυση λειτουργεί με αυξημένη αποτελεσματικότητα και ο κραδασμός του κέντρου ενέργειας στην περιοχή της γίνεται πολύ ισχυρός. Πρέπει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, όταν η προσωπικότητα είναι χαμηλής τάξης, όταν οι αντιδράσεις είναι κυρίως ενστικτώδεις και ο νους πρακτικά δε λειτουργεί, τότε το κέντρο ενέργειας βρίσκεται στην περιοχή του ηλιακού πλέγματος και ο άνθρωπος είναι περισσότερο ζωώδους φύσης.

Tέταρτο: Tο κέντρο στην περιοχή της επίφυσης και ο ανώτερος εγκέφαλος έρχονται σε δραστηριότητα όταν μαθαίνουμε να εστιάζουμε την προσηλωμένη συνείδηση στο κεφάλι. Στα Ανατολικά βιβλία αυτό ονομάζεται με τον ενδιαφέροντα όρο «ορθή απόσυρση» ή «ορθή αφαίρεση». Αυτό σημαίνει την ανάπτυξη της ικανότητας χαλιναγώγησης των εξωστρεφών τάσεων των πέντε αισθήσεων. Έτσι ο ζηλωτής διδάσκεται την ορθή απόσυρση ή αφαίρεση της συνείδησης που κατευθύνεται προς τα έξω στον κόσμο των φαινομένων και πρέπει να μάθει να επικεντρώνει τη συνείδησή του στο μεγάλο κεντρικό σταθμό στο κεφάλι απ’ όπου η ενέργεια μπορεί να διανέμεται συνειδητά καθώς ο ίδιος συμμετέχει στο μεγάλο έργο, απ’ όπου μπορεί να έρθει σε επαφή με το βασίλειο της ψυχής και στο οποίο μπορεί να δεχθεί μηνύματα και εντυπώσεις που εκπορεύονται απ’ αυτό το βασίλειο. Αυτό είναι ένα συγκεκριμένο στάδιο επίτευξης και δεν είναι απλώς ένας συμβολικός τρόπος έκφρασης προσηλωμένου ενδιαφέροντος.

Οι διάφοροι αγωγοί αισθητήριας αντίληψης φέρονται σε κατάσταση ηρεμίας. Η συνείδηση του πραγματικού ανθρώπου δεν ξεχύνεται πλέον προς τα έξω, πάνω στις πέντε λεωφόρους επαφής. Οι πέντε αισθήσεις κυριαρχούνται από την έκτη αίσθηση –το νου– και όλη η συνείδηση και η αντιληπτική ικανότητα του ζηλωτή συντίθεται στο κεφάλι και στρέφεται προς τα μέσα και προς τα πάνω. Με τον τρόπο αυτό η ψυχιστική φύση χαλιναγωγείται και πεδίο δράσης του ανθρώπου γίνεται το νοητικό πεδίο. Αυτή η διαδικασία απόσυρσης ή αφαίρεσης γίνεται κατά στάδια:

  1. Η απόσυρση της φυσικής συνείδησης ή αντίληψης μέσω της ακοής, της αφής, της όρασης, της γεύσης και της οσμής. Αυτοί οι τρόποι αντίληψης πέφτουν προσωρινά σε ύπνωση και η αντίληψη του ανθρώπου γίνεται απλά νοητική και η εγκεφαλική συνείδηση είναι το μόνο που είναι ενεργό στο φυσικό πεδίο.
  2. Η απόσυρση της συνείδησης στην περιοχή της επίφυσης, έτσι ώστε το σημείο αντίληψης του ανθρώπου επικεντρώνεται στην περιοχή μεταξύ του μέσου του μετώπου και της επίφυσης.

Πέμπτο: Όταν αυτό γίνει και ο ζηλωτής αποκτά την ικανότητα να εστιάζεται στο κεφάλι, το αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας αφαίρεσης είναι το εξής:

Οι πέντε αισθήσεις συνθέτονται σταθερά από την έκτη αίσθηση, το νου. Αυτός είναι ο συντονιστικός παράγοντας. Αργότερα, γίνεται αντιληπτό ότι η ψυχή έχει μια ανάλογη λειτουργία. Έτσι η τριπλή προσωπικότητα φέρεται σε άμεση γραμμή επικοινωνίας με την ψυχή και συνεπώς ο άνθρωπος, με τον καιρό, χάνει τη συνείδηση των περιορισμών της σωματικής φύσης και ο εγκέφαλος μπορεί να εντυπωθεί άμεσα από την ψυχή μέσω του νου. H εγκεφαλική συνείδηση διατηρείται σε μια θετική κατάσταση αναμονής, με όλες τις αντιδράσεις της στο φαινομενικό κόσμο να βρίσκονται ολοκληρωτικά, αν και προσωρινά, σε αναστολή.

Έκτο: H υψηλού βαθμού διανοητική προσωπικότητα, με την εστία της προσοχής της στην περιοχή της υπόφυσης, αρχίζει να κραδαίνεται στον ίδιο ρυθμό με το ανώτερο κέντρο της περιοχής της επίφυσης. Τότε, εδραιώνεται ένα μαγνητικό πεδίο μεταξύ της θετικής ψυχικής όψης και της αναμένουσας προσωπικότητας η οποία γίνεται δεκτική με τη διαδικασία της εστιασμένης προσοχής. Τότε, μας λένε, ξεσπά το φως κι έχουμε το φωτισμένο άνθρωπο και την εμφάνιση του φαινομενικού φωτός στο κεφάλι. Όλα αυτά είναι αποτέλεσμα μιας πειθαρχημένης ζωής και της εστίασης της συνείδησης στο κεφάλι. Αυτή, με τη σειρά της, προκύπτει από την προσπάθεια να είμαστε συγκεντρωμένοι στην καθημερινή ζωή κι επίσης μέσω συγκεκριμένων ασκήσεων συγκέντρωσης. Αυτές ακολουθούνται από την προσπάθεια να διαλογισθούμε κι αργότερα –πολύ αργότερα– γίνεται αισθητή η δύναμη για ενατένιση.

Αυτή είναι μια σύντομη περίληψη του μηχανισμού της διαδικασίας και, κατ’ ανάγκη, είναι λακωνική και ατελής. Ωστόσο, αυτές οι ιδέες πρέπει να γίνουν αποδεκτές δοκιμαστικά, προτού γίνει δυνατή μια νοήμων προσέγγιση στο διαλογιστικό έργο. Η αποδοχή μιας υπόθεσης, όπως η παραπάνω, είναι τόσο δικαιολογημένη όσο και η αποδοχή οποιασδήποτε υπόθεσης σαν βάση εργασίας για έρευνα και συμπεριφορά. Είναι, ίσως, περισσότερο δικαιολογημένη, γιατί τόσες πολλές χιλιάδες έχουν προχωρήσει πάνω σ’ αυτές τις παραδοχές, έχουν εκπληρώσει τις αναγκαίες απαιτήσεις και –σαν αποτέλεσμα– έχουν μεταβάλει την παραδοχή σε βεβαιότητα και έδρεψαν την ανταμοιβή του ανοικτού πνεύματος, της επιμονής και της έρευνας.

Έχοντας διατυπώσει και αποδεχθεί προσωρινά την υπόθεσή μας, προχωρούμε στο έργο μέχρι να αποδειχθεί εσφαλμένη ή μέχρι να μην απασχολεί πλέον την προσοχή μας. Μια υπόθεση δεν είναι κατ’ ανάγκη εσφαλμένη επειδή δεν αποδεικνύεται στο διάστημα που θεωρούμε επαρκές. Οι άνθρωποι, συχνά, εγκαταλείπουν την αναζήτησή τους σ’ αυτό το πεδίο γνώσης, γιατί τους λείπει η απαραίτητη επιμονή ή γιατί το ενδιαφέρον τους στρέφεται κάπου αλλού. Ωστόσο, είμαστε αποφασισμένοι να προχωρήσουμε στην έρευνά μας και να δώσουμε στις αρχαίες τεχνικές και φόρμουλες χρόνο για να αποδείξουν την αξία τους. Συνεχίζουμε, επομένως, συμμορφωνόμενοι με τις πρώτες απαιτήσεις και προσπαθούμε να επιφέρουμε στη ζωή μας μια πιο συγκεντρωμένη στάση του νου και να εκτελούμε καθημερινά διαλογισμό και συγκέντρωση. Αν είμαστε αρχάριοι ή έχουμε έναν ανοργάνωτο νου, ρευστό, ευμετάβολο και ασταθή, αρχίζουμε με την άσκηση της συγκέντρωσης. Αν είμαστε εκπαιδευμένοι διανοητές ή διαθέτουμε την εστιασμένη προσεκτικότητα που παρέχει η επαγγελματική εκγύμναση, χρειαζόμαστε μόνο ν’ αναπροσανατολίσουμε το νου σ’ ένα νέο πεδίο επίγνωσης και να αρχίσουμε να διαλογιζόμαστε αληθινά. Είναι εύκολο να διδαχθεί ο διαλογισμός σε ένα ενδιαφερόμενο στέλεχος μιας επιχείρησης. (Από τη Διανόηση στην Ενόραση, σσ. 211-16 - αγγλικό)

Δ. Μερικές Εισαγωγικές Παρατηρήσεις

ΕΞΕΥΡΕΣΗ ΧΡΟΝΟΥ

Καλό είναι να διαθέτουμε κάποιο ορισμένο χρόνο καθημερινά γι' αυτό το συγκεκριμένο έργο του διαλογισμού. Στην αρχή, δεκαπέντε λεπτά είναι υπεραρκετά. Ας είμαστε ειλικρινείς με τον εαυτό μας και ας λέμε τα πράγματα όπως είναι. Η δικαιολογία «δεν έχω καθόλου χρόνο» είναι τελείως ανώφελη και απλά δείχνει έλλειψη ενδιαφέροντος. Δεκαπέντε λεπτά οποιοσδήποτε μπορεί να τα διαθέσει, φτάνει να το θέλει. Ας κοιτάξουμε τώρα τους κανόνες πάνω στους οποίους θα προχωρήσουμε.

Πρώτα απ' όλα, θα προσπαθήσουμε να βρούμε χρόνο νωρίς το πρωί για το έργο του διαλογισμού μας. Ο λόγος γι' αυτό είναι ότι άμα έχουμε συμμετάσχει στα συμβάντα της ημέρας και στο γενικό πάρε δώσε της ζωής, ο νους έχει τεθεί πλέον σε μια κατάσταση βίαιου κραδασμού. Δεν συμβαίνει, όμως, το ίδιο, αν ο διαλογισμός είναι το πρώτο πράγμα που κάνουμε το πρωί. Τότε υπάρχει σχετική ησυχία και ο νους μπορεί να συντονιστεί πιο γρήγορα με τις ανώτερες καταστάσεις επίγνωσης.

Ύστερα, αν αρχίσουμε την ημέρα μας εστιάζοντας την προσοχή μας πάνω σε πνευματικά πράγματα και σε ζητήματα της ψυχής, θα ζήσουμε την ημέρα με ένα διαφορετικό τρόπο. Αν αυτό γίνει συνήθεια, θα αντιληφθούμε σύντομα ότι οι αντιδράσεις μας στις υποθέσεις της ζωής αλλάζουν και ότι αρχίζουμε να σκεπτόμαστε τις σκέψεις που κάνει η ψυχή. Τότε το όλο πράγμα ακολουθεί τη λειτουργία ενός νόμου, διότι «όπως σκέπτεται ο άνθρωπος, έτσι και είναι».

ΕΞΕΥΡΕΣΗ ΤΟΠΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΑΛΟΓΙΣΜΟ

Κατόπιν θα προσπαθήσουμε να βρούμε ένα μέρος πραγματικά ήσυχο και ελεύθερο από ενοχλητικές επισκέψεις. Δεν σημαίνει ήσυχο με την έννοια της απουσίας θορύβου, γιατί ο κόσμος είναι γεμάτος ήχους –και καθώς αναπτύσσεται η ευαισθησία μας έχουμε την τάση να τον βρίσκουμε ακόμη πιο γεμάτο απ' ό,τι πιστεύαμε–, αλλά απαλλαγμένο από προσέγγιση προσώπων και κλήσεις άλλων ανθρώπων.

Οι ζηλωτές του διαλογισμού αναφέρονται συχνά στην αντίδραση που συναντούν από την οικογένεια και τους φίλους τους. Στις πιο πολλές περιπτώσεις αυτό είναι δικό τους σφάλμα. Οι άνθρωποι μιλούν πάρα πολύ. Δεν είναι δουλειά κανενός το τι κάνουμε δεκαπέντε λεπτά από το χρόνο μας κάθε πρωί και δεν υπάρχει κανένας λόγος να μιλάμε γι' αυτό στους οικείους μας ή να τους επιβάλλουμε να είναι ήσυχοι γιατί θέλουμε να διαλογιστούμε.

Αν είναι αδύνατον να βρούμε μια στιγμή για πρωινό διαλογισμό, πριν η οικογένεια σκορπιστεί για τη δουλειά της ημέρας ή πριν αρχίσουμε οι ίδιοι την εργασία μας, ας βρούμε κάποιο χρόνο γι' αυτό αργότερα την ημέρα. Υπάρχει πάντα τρόπος να βρούμε διέξοδο, φτάνει να το θέλουμε αρκετά έντονα, και υπάρχει τρόπος να το κάνουμε χωρίς να παραλείπουμε τα καθήκοντα ή τις υποχρεώσεις μας. Απλώς, είναι θέμα οργάνωσης και σιωπής. (Από τη Διανόηση στην Ενόραση, σσ. 216-18 - αγγλικό)

E. Η Άσκηση του Διαλογισμού

Η ΣΤΑΣΗ

Έχοντας βρει το χρόνο και τον τόπο, θα καθίσουμε σε μια αναπαυτική καρέκλα και θα αρχίσουμε να διαλογιζόμαστε. Τότε προκύπτουν τα ερωτήματα: Πώς καθόμαστε; Είναι η στάση με σταυρωμένες τις κνήμες η καλύτερη ή πρέπει να γονατίζουμε ή να καθόμαστε ή να στεκόμαστε όρθιοι; Η πιο άνετη και πιο φυσική στάση είναι πάντα η καλύτερη.

Η στάση με τις σταυρωμένες κνήμες χρησιμοποιούνταν, και ακόμα χρησιμοποιείται πολύ, στην Ανατολή και πολλά βιβλία έχουν γραφεί πάνω στις στάσεις. Μερικές από τις στάσεις έχουν σχέση με το νευρικό σώμα και με εκείνη την εσωτερική δομή λεπτών νεύρων, που ονομάζονται από τους Ινδουιστές «νάντι», τα οποία υπόκεινται νευρικού συστήματος έτσι όπως αυτό αναγνωρίζεται στη Δύση.

Το πρόβλημα με αυτές τις στάσεις είναι πως μπορεί να οδηγήσουν σε δυο μάλλον ανεπιθύμητες αντιδράσεις. Κάνουν τον άνθρωπο να συγκεντρώνει το νου στους μηχανισμούς της διαδικασίας και όχι πάνω στο στόχο και, δεύτερον, συχνά οδηγούν σε μια ευχάριστη αίσθηση ανωτερότητας, που βασίζεται στην προσπάθεια μας να κάνουμε κάτι που η πλειονότητα δεν κάνει και που μας ξεχωρίζει ως εν δυνάμει γνώστες. Εγκλωβιζόμαστε στην μορφική όψη του διαλογισμού. Απασχολούμαστε με το Μη-εαυτό και όχι με τον Εαυτό.

Ας διαλέξουμε, λοιπόν, εκείνη τη στάση που θα επιτρέπει σε εμάς, εντελώς άνετα, να ξεχνάμε ότι έχουμε φυσικό σώμα. Αυτή, μάλλον, είναι για το Δυτικό η καθιστική στάση. Αυτά που κυρίως χρειάζονται είναι: να καθόμαστε ευθυτενείς, με τη σπονδυλική στήλη σε ευθεία γραμμή. Να καθόμαστε χαλαρωμένοι (όχι άτονα), ώστε να μην υπάρχει καμία ένταση πουθενά στο σώμα, να χαλαρώνουμε κάπως το σαγόνι, ώστε να διώχνουμε κάθε ένταση στον αυχένα. Ο διαλογισμός είναι μια εσωτερική πράξη και μπορεί να πραγματοποιηθεί με επιτυχία μόνον όταν το σώμα είναι χαλαρωμένο, σε σωστή στάση και μετά λησμονείται.

Η ΑΝΑΠΝΟΗ

Έχοντας πετύχει φυσική άνεση και χαλάρωση και έχοντας αποτραβηχτεί από τη συνείδηση του σώματος, προσέχουμε έπειτα την αναπνοή μας και εξακριβώνουμε αν είναι ήρεμη, ομαλή και ρυθμική.

Ας γίνει μια προειδοποίηση, όσον αφορά την εκτέλεση αναπνευστικών ασκήσεων, με εξαίρεση όσους έχουν πρώτα αφιερώσει χρόνια στον ορθό διαλογισμό και στην εξάγνιση της σωματικής φύσης. Όταν δεν υπάρχει εμπειρία και αγνότητα, η εκτέλεση αναπνευστικών ασκήσεων συνεπάγεται πολύ πραγματικούς κινδύνους. Είναι αδύνατο να τονίσουμε αυτό το σημείο με όση έμφαση χρειάζεται. Αυτή την εποχή υπάρχουν πολλές σχολές που δίνουν οδηγίες για την αναπνοή και πολλοί που παρουσιάζουν την αναπνοή ως μέσο για πνευματική ανάπτυξη. Όμως, δεν έχει καμιά σχέση με την πνευματική ανάπτυξη. Έχει μεγάλη σχέση με την ανάπτυξη ψυχικών δυνάμεων και η εκτέλεση αναπνευστικών ασκήσεων οδηγεί σε μεγάλες δυσκολίες και κίνδυνο. Στις αρχαίες διδασκαλίες της Ανατολής, ο έλεγχος της αναπνοής επιτρεπόταν μόνον όταν τα πρώτα τρία «μέσα για την ένωση», όπως ονομάζονται, είχαν σχετικά πραγματωθεί στη ζωή, και τότε, μόνο κάτω από σωστή παρακολούθηση.

Οι αναπνευστικές ασκήσεις δεν έχουν να κάνουν με την πνευματική ανάπτυξη. Αφορούν την ανάπτυξη του φυσικού σώματος και η ενασχόληση με αυτές συνεπάγεται δυσκολίες και κινδύνους.

Κατά την αρχαία εποχή, οι διδάσκαλοι, αραιά και που, διάλεγαν κάποιον για αυτήν τη μορφή διδασκαλίας και αυτή δινόταν ως συμπλήρωμα σε μια εκπαίδευση που θα είχε προκαλέσει έναν ορισμένο βαθμό επαφής με την ψυχή, ούτως ώστε, η ψυχή να έχει τη δυνατότητα να κατευθύνει τις ενέργειες που εφελκύονται από την αναπνοή για την προώθηση των δικών της αντικειμένων και για παγκόσμια υπηρεσία. Κατά συνέπεια, δεν θα κάνουμε τίποτα περισσότερο από το να βεβαιωθούμε ότι η αναπνοή μας είναι ήρεμη και κανονική και μετά θα αποσύρουμε εντελώς τις σκέψεις μας από το σώμα και θα αρχίσουμε το έργο της συγκέντρωσης.

Ο ΟΡΑΜΑΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ

Το επόμενο βήμα στην άσκηση του διαλογισμού είναι η χρήση της φαντασίας. Δημιουργούμε την εικόνα του τριπλού κατώτερου ανθρώπου, ευθυγραμμισμένου ή ευρισκόμενου σε άμεση επικοινωνία με την ψυχή. Υπάρχουν πολλοί τρόποι με τους οποίους μπορεί να γίνει αυτό. Το ονομάζουμε εργασία οραματισμού. Φαίνεται ότι ο οραματισμός, η φαντασία και η θέληση είναι τρεις πολύ ισχυροί παράγοντες σε κάθε δημιουργική διαδικασία. Είναι οι υποκειμενικές αιτίες για πολλά από τα αντικειμενικά μας αποτελέσματα.

Στην αρχή ο οραματισμός είναι, κυρίως, θέμα πειραματικής πίστης. Γνωρίζουμε ότι, μέσω της διαδικασίας του λογισμού, έχουμε φτάσει στην κατανόηση, ότι υπάρχει, μέσα μας και πέρα από όλα τα εκδηλωμένα αντικείμενα, ένα Ιδανικό Αντικείμενο ή Ιδανικό Πρότυπο, που επιζητεί να εκδηλωθεί στο φυσικό πεδίο. Η άσκηση του οραματισμού, η φαντασία και η χρήση της θέλησης είναι δραστηριότητες που υπολογίζεται ότι θα επισπεύσουν την εκδήλωση αυτού του Ιδανικού. Όταν οραματιζόμαστε, χρησιμοποιούμε την υπέρτατη σύλληψή μας περί του ποίο θα μπορούσε να είναι αυτό το Ιδανικό, επενδυμένο με κάποιο είδος υλικού, συνήθως νοητικού, γιατί δεν είμαστε ακόμα σε θέση να συλλάβουμε ανώτερες μορφές ή τύπους υπόστασης, με τις οποίες περιβάλλουμε τις Εικόνες μας.

Όταν φτιάχνουμε μια νοητική εικόνα, η διανοητική υπόσταση του νου μας κραδαίνεται με έναν ορισμένο ρυθμό, ο οποίος προσελκύει νοητική ύλη αντίστοιχης διαβάθμισης, μέσα στην οποία καταβυθίζεται ο νους. Εκείνο που διατηρεί αυτή την εικόνα σταθερή και της δίνει ζωή είναι η θέληση. Αυτή η διαδικασία συνεχίζεται είτε είμαστε ήδη ικανοί να τη διακρίνουμε με τον οφθαλμό της διάνοιας είτε όχι. Αν δεν μπορούμε να τη διακρίνουμε δεν έχει σημασία, δεδομένου ότι το δημιουργικό έργο διεξάγεται ανεξάρτητα απ' αυτό το γεγονός. Ίσως, κάποτε, να είμαστε σε θέση να παρακολουθούμε και να εκτελούμε όλη αυτή τη διαδικασία συνειδητά.

Σε σχέση με αυτή την εργασία, στα πρώιμα στάδια, ορισμένοι εικονίζουν τα τρία σώματα (των τριών όψεων της μορφικής φύσης), να συνδέονται με ένα ακτινοβόλο σώμα φωτός ή οραματίζονται τρία κέντρα δονούμενης ενέργειας δεχόμενα τη διέγερση από ένα ανώτερο και πιο ισχυρό κέντρο. Άλλοι φαντάζονται την ψυχή ως ένα τρίγωνο δύναμης, με το οποίο είναι συνδεδεμένο το τρίγωνο της κατώτερης φύσης, με την «αργυρή χορδή» που αναφέρεται στη Χριστιανική Βίβλο, τη σουτράτμα ή το νήμα της ψυχής των Γραφών της Ανατολής, τη «γραμμή ζωής» άλλων σχολών σκέψης. Άλλοι, πάλι, προτιμούν να διατηρούν τη σκέψη μιας ενοποιημένης προσωπικότητας που συνδέεται και κρύβει εντός της την ενοικούσα Θεότητα, «ο εν υμίν Χριστός η ελπίς της δόξης».

Δεν έχει μεγάλη σημασία το ποια εικόνα διαλέγουμε, αρκεί να αρχίζουμε με τη βασική ιδέα του Εαυτού που επιδιώκει να έρθει σε επαφή και να χρησιμοποιήσει τον Μη-εαυτό, το όργανο του στους κόσμους της ανθρώπινης έκφρασης και αντίστροφα, με τη σκέψη ότι αυτός ο Μη-εαυτός παρακινείται να στραφεί προς την πηγή της ύπαρξής του. Όταν αυτό συμπληρωθεί, μπορούμε να συνεχίσουμε το έργο του διαλογισμού μας. Το φυσικό σώμα και η θυμική φύση, με τη σειρά τους, βυθίζονται κάτω από το επίπεδο της συνείδησης, ενώ εμείς επικεντρωνόμαστε στο νου και επιζητούμε να τον θέσουμε υπό τη θέληση μας.

ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ

Ακριβώς, εδώ, είναι που βρισκόμαστε αντιμέτωποι με το πρόβλημα μας. Ο νους αρνείται να βυθιστεί στις σκέψεις που διαλέγουμε να σκεφτούμε και σπεύδει με ορμή προς πάσα διεύθυνση, αναζητώντας, όπως το συνηθίζει, υλικό. Σκεφτόμαστε για όσα έχουμε να κάνουμε εκείνη την ημέρα, αντί να σκεφτόμαστε πάνω στη «σπερματική σκέψη» μας, θυμόμαστε κάποιον που πρέπει να συναντήσουμε ή κάποια δραστηριότητα που χρειάζεται να φροντίσουμε. Αρχίζουμε να σκεφτόμαστε κάποιον που αγαπάμε και αμέσως πέφτουμε και πάλι στον κόσμο των συγκινήσεων οπότε πρέπει να ξεκινήσουμε και πάλι από την αρχή την όλη εργασία μας.

Έτσι συμμαζεύουμε και πάλι τις σκέψεις μας και αρχίζουμε από την αρχή με μεγάλη επιτυχία για μισό λεπτό, όταν θυμόμαστε κάποιο ραντεβού που έχουμε δώσει ή κάποια δουλειά που κάποιος κάνει για μας και ξαναβρισκόμαστε πάλι πίσω, στον κόσμο των διανοητικών αντιδράσεων, οπότε η γραμμή σκέψης που είχαμε διαλέξει, λησμονείται. Πάλι ξαναμαζεύουμε τις διασκορπισμένες ιδέες μας και ξαναρχίζουμε τον αγώνα μας για να καθυποτάξουμε τον ατίθασο νου.

Πώς επιτυγχάνεται η συγκέντρωση; Μα ακολουθώντας στην εργασία μας ένα σχέδιο ή ένα περίγραμμα του διαλογισμού μας, το οποίο θέτει αυτομάτως έναν αξεπέραστο δακτύλιο γύρω από το νου μας και το οποίο λέει στη διάνοια: «Μέχρι εκεί και μη παρέκει». Σκόπιμα και με νοήμονα πρόθεση οριοθετούμε τη διανοητική μας δραστηριότητα κατά τρόπον ώστε να υποχρεωνόμαστε να αναγνωρίσουμε, πότε ξεπερνούμε αυτά τα όρια. Τότε ξέρουμε ότι πρέπει να συμμαζευτούμε ξανά μέσα στα όρια προστασίας που έχουμε θέσει στον εαυτό μας.

Ο σοβαρός αναζητητής θα βρει αμέσως πιο κάτω ένα τύπο διαλογισμού, που βοηθά στη συγκέντρωση. (Από τη Διανόηση στην Ενόραση, σσ. 118-27 - αγγλικό)

Ζ. Η Τεχνική του Διαλογισμού

ΣΤΑΔΙΑ

  1. Επίτευξη φυσικής άνεσης και ελέγχου.
  2. Εξακρίβωση ότι η αναπνοή είναι ρυθμική και κανονική.
  3. Οραματισμός του τριπλού κατώτερου εαυτού (φυσικού, συναισθηματικού και νοητικού) σαν:
  1. Nα βρίσκεται σε επαφή με την ψυχή.
  2. Ένας αγωγός ψυχικής ενέργειας, με το μέσον του νου απευθείας στον εγκέφαλο. Από εκεί ο φυσικός μηχανισμός μπορεί να τεθεί υπό έλεγχο.

«Yπάρχει ειρήνη που ξεπερνά την κατανόηση· κατοικεί στις καρδιές εκείνων που ζουν στο Aιώνιο. Yπάρχει δύναμη που κάνει όλα τα πράγματα νέα· ζει και κινείται σε εκείνους που γνωρίζουν τον Eαυτό σαν έναν».

Aυτός είναι σαφώς ένας διαλογισμός για αρχάριους. Περιέχει διάφορα εστιακά σημεία, όπου χρησιμοποιείται μια διαδικασία περισυλλογής και μια μέθοδος επανεστίασης. (Αυτόθι, σσ. 228-29 - αγγλικό)

Η τήρηση μιας μορφής στο διαλογισμό είναι, συνήθως, αναγκαία για αρκετά χρόνια, εκτός αν έχει κανείς προηγούμενη πείρα και συνήθως ακόμη κι αυτοί που έχουν φτάσει στο στάδιο της ενατένισης, πολύ συχνά δοκιμάζουν τον εαυτό τους με τη χρήση κάποιας μορφής, για να είναι βέβαιοι ότι δεν ξαναπέφτουν σε μια αρνητική, συναισθηματική, ήρεμη κατάσταση. (Αυτόθι, σ. 227 - αγγλικό)

Yπάρχουν πολλές άλλες διαλογιστικές περιγραφές που μπορούν να επιφέρουν τα ίδια αποτελέσματα και πολύ περισσότερα για προχωρημένους εργάτες. Yπάρχουν διαλογιστικά περιγράμματα που σχεδιάστηκαν για να επιφέρουν ειδικά αποτελέσματα σε συγκεκριμένους ανθρώπους, αλλά είναι προφανές ότι δεν μπορούν να περιληφθούν σε ένα βιβλίο όπως αυτό. Μια ασφαλής και γενική διαλογιστική μορφή είναι το μόνο που μπορεί να δοθεί.

Σ’ όλα αυτά, ωστόσο, το βασικό πράγμα που δεν πρέπει να ξεχνάμε είναι ότι, ο νους πρέπει να είναι ενεργά απασχολημένος με ιδέες κι όχι με την προσπάθεια να συγκεντρωθεί. Πίσω από κάθε λέξη που λέγεται και κάθε στάδιο που ακολουθείται πρέπει να υπάρχει η θέληση να κατανοήσουμε και μια προσηλωμένη νοητική δραστηριότητα.

Στο έκτο στάδιο όπου γίνεται η προσπάθεια να διαλογισθούμε, συγκεκριμένα σε μια λεκτική μορφή που κρύβει κάποια αλήθεια, δεν πρέπει να υπάρχει τίποτε αυτόματο στη διαδικασία. Eίναι σχετικά εύκολο να προκαλέσουμε μια υπνωτική κατάσταση με τη ρυθμική επανάληψη ορισμένων λέξεων. Mας έχο