Στον καιρό μας η ιατρική τεχνολογία εμπλέκεται όλο και πιο συχνά στη διαδικασία θανάτου. Μπορούμε πια να παρεμβαίνουμε στις φυσιολογικές εξελίξεις κατά περίπτωση, καθυστερώντας ή επιταχύνοντας τα αναπόφευκτα. Όμως, συμβάλλει η τεχνολογία στο να προκύπτει αυτό που εννοούμε ένας καλός θάνατος; Για να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα θα πρέπει να σκεφτούμε τι μπορεί να σημαίνει ένας καλός θάνατος και ποιες είναι εκείνες οι καταστάσεις όπου θα έπρεπε να καλείται να παρεμβαίνει η τεχνολογία.

Ο ιατρικός κλάδος του θανάτου αποκαλείται θανατολογία. Ένας βασικός κλάδος της είναι η καταπραϋντική, δηλαδή ο τομέας της ιατρικής που στοχεύει στη μείωση του πόνου, του φόβου και της αναξιοπρέπειας που συχνά συνοδεύουν τη διαδικασία του τερματισμού της ζωής. Οι περισσότεροι άνθρωποι, αν μπορούσαν, θα επέλεγαν να έχουν έναν ανώδυνο και αξιοπρεπή θάνατο. Γι αυτό εκεί όπου σημειώνονται έντονοι πόνοι, όπως σε περιπτώσεις ανιάτων ασθενειών, τα σύγχρονα φάρμακα είναι συχνά πολύ αποτελεσματικά. Πάντως μεταξύ αρκετών επαγγελματιών του ιατρικού κλάδου σημειώνονται ενδοιασμοί σχετικά με το αν είναι φρόνιμο να χορηγούνται όλο και πιο αυξανόμενες δόσεις αναλγητικών φαρμάκων. Ορισμένοι φοβούνται ότι αυτές οι διαρκώς αυξανόμενες δόσεις μπορεί κατά λάθος να σκοτώσουν τον ασθενή, με αποτέλεσμα να είναι υπόλογοι απέναντι στον ποινικό νόμο εκείνοι που χορήγησαν και σύστησαν το εκάστοτε αναλγητικό. Πάντως η έρευνα στον τομέα των καταπραϋντικών δείχνει ότι οι αυξημένη χορήγηση αναλγητικών είναι και γίνεται πιο ωφέλιμη για κάποιον που είναι πιο κοντά στο θάνατο, αφού ο κίνδυνος τυχόν θανατηφόρων παρενεργειών δεν έχει νόημα στην περίπτωσή του, αντίθετα από ότι συμβαίνει με τους συνηθισμένους ασθενείς... Ορισμένες έρευνες, επίσης, δείχνουν ότι η αδυναμία και η αφυδάτωση που σημειώνονται προς το τέλος της διαδικασίας του θανάτου, όπου συνήθως επικρατεί ανορεξία, ενδέχεται να συνιστούν φυσικά αναλγητικά.

Αυτό εγείρει ορισμένα ερωτήματα σχετικά με την συνήθη πρακτική να διατρέφονται και ενυδατώνονται οι ασθενείς με ορούς, μέσω σωλήνων. Μήπως όλα αυτά θα έπρεπε να απομακρύνονται προς το τέλος, καθώς η παρουσία τους μπορεί να είναι και ενοχλητική, αλλά και να παρεμποδίζει τη φυσιολογική εκτύλιξη των γεγονότων; Ένα άλλο θέμα για παράδειγμα είναι τι θα πρέπει να γίνεται όταν κάποιος ανίατα ασθενής κοντά στο τέλος του υποστεί μια καρδιακή προσβολή. Θα πρέπει να γίνονται απόπειρες ανάκαμψης, έστω κι αν οι μελέτες δείχνουν ότι υπάρχει αρκετά χαμηλό ποσοστό επιτυχίας; Αυτά τα σημεία δεν αφορούν μόνο τον πόνο, αλλά και την αξιοπρέπεια του ατόμου, δεδομένου ότι όλη αυτή η πρακτική των διασωληνώσεων και της τεχνικής υποστήριξης με ορούς και φάρμακα και των τεχνικών επαναφορών στη ζωή, είναι μια διαδικασία ιδιαίτερα επεμβατική και παρεισφρητική. Αν βλέπουμε το θάνατο ως μια διαδικασία εκούσιας απόσυρσης από τη φυσική ενσάρκωση, και ως γεγονός που έχει σχεδιαστεί από την ψυχή, τότε η επαναφορά στη ζωή θα μπορούσε να είναι μια απλώς ανεπιθύμητη διαταραχή, και οπωσδήποτε η διατήρηση στη ζωή με τεχνική υποστήριξη πέρα από ένα ορισμένο σημείο θα είναι απλώς μια αχρείαστη καθυστέρηση.

Ο Jon D Fuller MD, ένας Ιησουίτης γιατρός, κάνει έκκληση για απλότητα λέγοντας: «Συχνά σκέφτομαι την ικανότητα που δείχνουν οι άνθρωποι εδώ και δεκάδες χιλιάδες χρόνια να παραστέκουν στους προσφιλείς τους όταν πεθαίνουν, και νομίζω ότι ένα κριτήριο για δούμε ποια είναι η κατάλληλη φροντίδα για κάποιον που πεθαίνει είναι το εξής: Τι μπορείτε να κάνετε αν ζείτε σε μια σπηλιά; Σε μια σπηλιά μπορείτε να κρατάτε τους ανθρώπους, μπορείτε να τους κουνάτε, μπορείτε να τους τραγουδάτε, μπορείτε να τους λούζετε, μπορείτε να φροντίζετε να μη ξεραίνονται τα χείλια και το στόμα τους, και μπορείτε να τους δίνετε φάρμακα για τον πόνο που δεν χρειάζεται να πίνουν». (Από το Boston College Magazine, Άνοιξη 2005, στο http://bcm.bc.edu/issues/ spring_2005/ft_endoflife.htm).

Μουσική και Σιγή

Ένας άλλος παράγοντας που χρειάζεται να εξετάσουμε, είναι ως πιο βαθμό θα πρέπει να γίνεται η χρήση της τεχνολογίας, αλλά και η εν γένει οργάνωση της νοσηλείας, αφού όλα αυτά υπεισέρχονται και παρεμβαίνουν στην ψυχολογική κατάσταση του ασθενή και μπορεί να αλλοιώνουν την βαθιά ανασκόπηση του βίου που κάνει στο τέλος της ζωής του. Αυτή η ανασκόπηση του βίου αποτελεί μια σημαντική ευκαιρία για κάποιον να κάνει αναδρομή στις εμπειρίες της ζωής του, να απομονώσει τις κομβικά βασικές της στιγμές, και να συνθέσει τα γεγονότα και να φτάσει σε πληρέστερη κατανόηση της σημασίας που είχε η ζωή και η εποχή του. Αυτή ακριβώς τη διαδικασία ενδέχεται να την αποτρέπει το νοσηλευτικό προσωπικό και η στερεότυπη διαδικασία της ρουτίνας της περίθαλψης. Εδώ πρόκειται για ένα ζήτημα που οι ερευνητές της θανατολογίας καλά θα έκαναν να ερευνήσουν περαιτέρω. Η Αλίκη Μπέιλη σημειώνει: «Καλό θα είναι να υπάρχει σιωπή στον νεκρικό θάλαμο. Και φυσικά συχνά αυτό συμβαίνει. Θα πρέπει να θυμόμαστε ότι συνήθως το πρόσωπο που πεθαίνει μπορεί να είναι αναίσθητο. Αυτή η απώλεια της συνείδησης είναι προφανής, αλλά όχι και πραγματική. Στις εννιακόσιες περιπτώσεις από τις χίλιες υπάρχει εγκεφαλική επίγνωση, όπου ο ασθενής έχει πλήρη συνείδηση των διαδραματιζομένων, αλλά υπάρχει απόλυτη παράλυση της θέλησης του για έκφραση και πλήρης ανικανότητα για παραγωγή εκείνης της ενέργειας που θα τον κάνει να επιδείξει ζωντάνια. Άμα επικρατεί σιωπή και κατανόηση στο θάλαμο του αρρώστου, η ψυχή που αναχωρεί θα μπορέσει να διατηρήσει την κατοχή του οργάνου της με διαύγεια μέχρι και την τελευταία στιγμή και έτσι μπορεί να κάνει την προετοιμασία που πρέπει». (Εσωτέρα Θεραπευτική, σ. 456, αγγλ. Στη Διεύθυνση http://www.lucistrust.org/purchase διατίθεται επίσης η συλλογή αποσπασμάτων με τίτλο Death: the Great Adventure. (Θάνατος: Η Μεγάλη Περιπέτεια).

Αυτή η πρόταση ότι η σιωπή είναι σημαντική και εκ πρώτης όψεως μοιάζει να αντιτίθεται στην πρόταση ότι: « Όταν θα έχουν γίνει κατανοητά περισσότερα σχετικά με τον ήχο, θα χρησιμοποιούνται ορισμένοι τύποι μουσικής, αλλά δεν υπάρχει ακόμη μουσική που θα μπορεί να διευκολύνει την εργασία της ψυχής όταν θα αποσπάται και θα αφαιρείται από το σώμα, μολονότι ορισμένες νότες στο όργανο μπορεί να βρεθεί ότι είναι αποτελεσματικές». (ίδιο, σ. 457). Εντούτοις, η κατανόηση τού πότε είναι απαραίτητη η σιωπή και πότε είναι αρμόζον να χρησιμοποιηθεί ο ήχος, είναι κάτι που θα προκόψει πιθανώς ύστερα από συνεχή και ευαίσθητη έρευνα. Ένα σημάδι ότι η εργασία της χρησιμοποίησης του ήχου έχει ήδη αρχίσει, αποτελεί η πρόσφατη εμφάνιση του κλάδου της θανατολογίας που αποκαλείται μουσική θανατολογία, η οποία επικεντρώνεται στη χρήση «μουσικής για αγρυπνίες» και που βοηθά το άτομο και την οικογένειά του. Αυτή η μουσική εκτελείται από έναν ή πιο πολλούς μουσικούς θανατολόγους, που επισκέπτονται το πρόσωπο που πεθαίνει. Παίζουν άρπα και τραγουδούν ένα ορισμένο μουσικό ρεπερτόριο που μπορεί να βοηθήσει πολύ τον ασθενή και την οικογένειά του. Αναφέρεται ότι, συχνά μετά από μια τέτοια αγρυπνία, το πρόσωπο που πεθαίνει είναι πιο χαλαρωμένο, λιγότερο ταραγμένο και πονά λιγότερο. (Για περαιτέρω πληροφορίες επικοινωνήστε: The Chalice of Repose Project, P.O. Box 169, Mt. Angel, OR 97362-0169, USA; Tel: +1-503-845-6089; Fax: +1-775-218-2591; Email: [email protected]; Web: http://www.chaliceofrepose.org/

Από κοινωνικής απόψεως φαίνεται ότι ζούμε αυτήν την περίοδο μέσα σε έναν πολιτισμό που αρνείται το θάνατο, όπου η πλαστικές χειρουργικές επεμβάσεις υπόσχονται ατέλειωτη νεότητα, και όπου, η μη αποδεδειγμένης αποτελεσματικότητας τεχνολογία της κρυονικής (του παγώματος των σωμάτων) προτείνει να διατηρούνται οι άνθρωποι σε καταστολή μέχρι τον καιρό που θα θεραπεύονται τελικά οι ασθένειες από τις οποίες πάσχουν. Υπάρχει, μάλιστα, η άποψη ότι η ζωή θα μπορούσε να διατηρείται επ’ αόριστον, με την υποκατάσταση όλο και περισσότερων οργάνων του σώματος από μηχανικές συσκευές. Κάποιοι έχουν φτάσει να υποστηρίξουν ακόμη ότι και καθαυτή η προσωπικότητα καθορίζεται αποκλειστικά και μόνο από τον φυσικό εγκέφαλο και έτσι εάν θα μπορούσε να κατασκευαστεί ένα πλήρες αντίγραφο της δραστηριότητας του εγκεφάλου ενός προσώπου, τότε αυτό θα μπορούσε «φορτωθεί» στο πρόγραμμα ενός ηλεκτρονικού υπολογιστή, προσφέροντας κατά κάποιο τρόπο αθανασία. Αλλά αυτές οι προσπάθειες αμφισβήτησης του θανάτου δεν είναι επίσης και άρνηση του ουσιαστικού πυρήνα της ζωής, ο οποίος είναι η αλλαγή; Μια άλλη πτυχή αυτής της άρνησης του θανάτου, ενδεχομένως, συνίσταται στο γεγονός ότι απαιτούνται όλο και πιο ακριβές δαπάνες για ιατρική περίθαλψη για τα γηρατειά. Δικαιολογούνται άραγε όλα αυτά τα μεγάλα ποσά που δαπανούνται για να παραταθεί η ζωή μερικούς ακόμη μήνες, όταν υπάρχουν τόσο πολλές άλλες ανάγκες στα κοινωνικά συστήματα υγειονομικής περίθαλψης που ασφυκτιούν οικονομικά; Η Καθηγήτρια Θεολογίας Lisa Sowle Cahill κάνει μια παρατήρηση που, αν και αναφέρεται στην περίπτωση της αμερικανίδας Terri Schiavo, είναι εξίσου σχετική με το γενικότερο ζήτημα:

«Και οι δύο πλευρές επικεντρώνονται στο αν η παροχή ιατρικής φροντίδας υψηλής τεχνολογίας είναι ένας φυσιολογικός τρόπος χειρισμού του ζητήματος της ασθένειας και του θανάτου. Ξεχνάμε ότι 45 εκατομμύρια άνθρωποι στις ΗΠΑ δεν διαθέτουν ασφάλιση υγείας. Ξεχνάμε τους ανθρώπους στα άλλα μέρη του κόσμου που δεν έχουν ούτε καν τη βασική ιατρική φροντίδα. Ξεχνάμε το χρέος που έχουμε αναλάβει ως έθνος και το οποίο δεν έχουμε πληρώσει, για την κάλυψη του παγκόσμιου κεφαλαίου για την καταπολέμηση του AIDS, της ελονοσίας και τη φυματίωσης. Αλήθεια πού θα πρέπει να δαπανώνται και να διατίθενται οι πόροι για την υγεία και ανθρώπινη φροντίδα; Οι κίνδυνοι που αφορούν και έχουν σχέση με το τέλος της ζωής ενός προσώπου ξεχωριστά, στην μεγάλη κλίμακα των πραγμάτων δεν είναι απαραιτήτως αυτοί που θα πρέπει άμεσα να μας απασχολούν». (Από το Boston College Magazine, Άνοιξη 2005, http://bcm.bc.edu/issues/spring_2005/ft_endoflife.html). Σε τελική ανάλυση, ο καθένας μας θα πρέπει να μάθει να αντιμετωπίζει το γεγονός του θανάτου και το ίδιο θα πρέπει να κάνει και η κοινωνία. Ίσως, τότε, να δούμε να γίνεται μια μετατόπιση από εκείνα στα οποία δίνει έμφαση η τεχνολογία τώρα, και να αφιερωθεί περισσότερος χρόνος και προσοχή στην ανθρώπινη πλευρά του ζητήματος και στη διευκόλυνση και την εξασφάλιση ενός καλού θανάτου.

ΜΕΙΝΕΤΕ ΣΕ ΕΠΑΦΗ

Παγκόσμια Καλή Θέληση στα Κοινωνικά Δίκτυα