Ενεργό Φως, Πρόθεση Ζωής

Γνώθι σαυτόν – οι λέξεις αυτές, ως γνωστόν, ήταν χαραγμένες πάνω από την είσοδο του ναού του Απόλλωνα στους Δελφούς, υποδεικνύοντας ότι ο δρόμος προς τον Θεό περνάει μέσα από τη γνώση του εαυτού. Τόσο η δυτική όσο και η ανατολική φιλοσοφία, οι θρησκείες και οι εσωτερικές σχολές έχουν υιοθετήσει αυτό το απόφθεγμα ως κατευθυντήρια οδηγία. Στις διαφορετικές προσεγγίσεις τους, όλες τους διαπίστωσαν ότι η έννοια του «εαυτού» είναι φευγαλέα και δεν επιδέχεται υλικής περιγραφής.

Τι είναι λοιπόν αυτός ο εαυτός μέσω του οποίου μπορούν να ανοίξουν οι πύλες προς το θείο; Και πώς σχετίζεται ο περιορισμένος φοβισμένος εαυτός, με τις αναμνήσεις και τις επιθυμίες του, με τον «αληθινό» εαυτό που μας συνδέει με τον Θεό και τους συνανθρώπους μας; Στις συγκινητικές «Εξομολογήσεις» του Αγίου Αυγουστίνου –μια παρατεταμένη προσευχή και μια με αγάπη παράδοση στον Θεό– περιγράφεται ο εαυτός όχι ως κάποιο αντικείμενο, αλλά ως μια διαδικασία. Μια διαδικασία ενεργού φωτός και κατανόησης, που διαπερνά την παθητικότητα του σκότους και της άγνοιας. Και, πράγματι, είναι μια εξαιρετικά ενθαρρυντική σκέψη ότι το φως, ακόμη και στην υλική του έκφανση, αποτελεί μια ενεργή και δημιουργική δύναμη, ενώ το σκοτάδι είναι ένα παθητικό φαινόμενο που τελεί σε αναμονή.

Ο Άγιος Αυγουστίνος κατέληξε συνεπώς στο συμπέρασμα ότι «ελευθερία» και «ελεύθερη βούληση» βρίσκονται μόνο όταν παραδιδόμαστε σε αυτό το ενεργό φως, ενώ όταν ενεργούμε σύμφωνα με τις επιθυμίες του μικρού εαυτού ή, όπως λέει, «αμαρτάνουμε», δεν πρόκειται περί ελεύθερης βούλησης, παρά παθητικότητας. Ελευθερία σημαίνει να βγαίνουμε από το σκοτάδι αυτής της αιχμαλωσίας και να επιλέγουμε συνειδητά να ακολουθήσουμε το φως. Υπήρξαν, ωστόσο, κάποιες θρησκείες ή φιλοσοφίες που πίστευαν ότι το φως και το σκοτάδι αποτελούν αντίθετες ενέργειες ίσης ισχύος. Οι πιο γνωστοί είναι οι Μανιχαίοι, οι οποίοι ήταν πεπεισμένοι ότι ένα ισχυρό, αν και όχι παντοδύναμο, Καλό (Θεός) αντιτίθεται σε ένα εξίσου ισχυρό Κακό (Διάβολος). Έβλεπαν την ανθρωπότητα, τον κόσμο και την ψυχή ως τα αιώνια πεδία μάχης του Θεού και του Διαβόλου. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με άλλες θρησκευτικές και φιλοσοφικές διδασκαλίες που χαρακτηρίζουν το κακό ως πλάνη και προϊόν της άγνοιας της ανθρωπότητας. Με άλλα λόγια, υποστηρίζουν ότι το σκοτάδι είναι η απουσία φωτός και κατανόησης και δεν συνιστά μια δύναμη αυτό καθαυτό.

Οι εσωτερικές διδασκαλίες υποδεικνύουν ότι μόνο όταν χρησιμοποιούμε την ελεύθερη θέλησή μας, επιλέγοντας να υπηρετήσουμε το καλό για ολόκληρη την ανθρωπότητα, μπορούμε να αναπτύξουμε την ύψιστη μορφή γνώσης, την ενόραση, μέσω της οποίας βλέπουμε τον κόσμο ως ενεργό φως και όλες τις μορφές του ως περιέχουσες αυτό το πνευματικό φως. Εντός αυτού του φωτός αποκτούμε την κατανόηση, ότι ολόκληρο το Σύμπαν δεν είναι παρά ο Μεγαλύτερος Εαυτός. Μπορούμε να κάνουμε το σκοτάδι ορατό (μέσω συνειδητής αντίληψης) και κατόπιν να δούμε τα επόμενα βήματα μπροστά μας. Αποκτούμε επίγνωση της δικής μας παθητικότητας και αντιλαμβανόμαστε τη θέση μας μέσα σε αυτόν τον Μεγαλύτερο Εαυτό. Και ύστερα, όταν αφεθούμε σε αυτό το ενεργό, πνευματικό φως και το αποδεχτούμε ως μοναδική πρόθεση της ζωής μας, μπορούμε πραγματικά να ακτινοβολήσουμε αυτό το φως μέσω των Τριγώνων μας «στους υιούς των ανθρώπων που δεν γνωρίζουν ακόμη ότι είναι Υιοί του Θεού»1  αι να είμαστε σίγουροι ότι προετοιμάζουμε το δρόμο για τον Ερχόμενο.

1. Η Επανεμφάνιση του Χριστού, Αλίκη Μπέιλη, σ.13