Ιούλιος 2010

Η συνήθης επικλητική δέηση ήταν ως τώρα ιδιοτελής στη φύση της και πρόσκαιρη στη διατύπωσή της. Οι άνθρωποι προσεύχονταν για τον εαυτό τους· επικαλούνταν τη θεία βοήθεια για εκείνους που αγαπούσαν· έδιναν μια υλική ερμηνεία στις βασικές τους ανάγκες. Η επίκληση που μας δόθηκε πρόσφατα απ’ την Ιεραρχία, είναι μια παγκόσμια προσευχή· δεν περιέχει προσωπική έκκληση ή προσωρινή επικλητική παρόρμηση· εκφράζει την ανάγκη της ανθρωπότητας και διαπερνά όλες τις δυσκολίες, αμφιβολίες και αμφισβητήσεις –κατευθείαν στη Διάνοια και την Καρδιά του Ενός μέσα στον Οποίο ζούμε και κινούμαστε και υπάρχουμε– Εκείνου που θα παραμείνει μαζί μας μέχρι το τέλος του ίδιου του χρόνου και «μέχρις ότου κι ο τελευταίος κουρασμένος προσκυνητής βρει το δρόμο του για το σπίτι».

Αλλά η επίκληση δεν είναι ασαφής ή νεφελώδης. Εκφράζει τις βασικές σημερινές ανάγκες του ανθρώπινου γένους – την ανάγκη για φως και αγάπη, για κατανόηση της θείας θέλησης και για το τέλος του κακού. Λέει θριαμβευτικά: «Το φως ας κατέλθει στη γη· είθε ο Χριστός να γυρίσει στη γη· ο σκοπός ας καθοδηγεί τις μικρές θελήσεις των ανθρώπων· το Σχέδιο ας σφραγίσει την πύλη του κακού». Τα συνοψίζει κατόπιν όλα αυτά με τα σαλπιγκτήρια λόγια: «Το φως, η αγάπη και η δύναμη ας αποκαταστήσουν το Σχέδιο πάνω στη Γη». Η έμφαση τίθεται πάντα στον τόπο της εμφάνισης και της εκδήλωσης: τη Γη. (Οι Ακτίνες και οι Μυήσεις, σσ. 758-59 - αγγλικό)