Τα σεμινάρια του 2017 στο Λονδίνο, τη Γενεύη και τη Νέα Υόρκη διερεύνησαν το θέμα: Από το Απατηλό στο Πραγματικό. Οι συναντήσεις περιείχαν ορισμένους εμβριθείς στοχασμούς σχετικά με τη φύση και τη σημασία της αλήθειας, σε τέσσερις βασικούς τομείς: δημοσιογραφία/μέσα ενημέρωσης, εκπαίδευση, επιστήμη και τέχνη. Λόγω της πληθώρας του υλικού και τους πολύ ενδιαφέροντες συσχετισμούς ανάμεσα στις σκέψεις των ομιλητών, ο απολογισμός του σεμιναρίου θα επεκταθεί σε δύο εκδόσεις του Ενημερωτικού Δελτίου. Παρουσιάζεται μια περίληψη των ιδεών που προσεγγίστηκαν από κάθε ομιλητή και δίνεται έμφαση σε ορισμένα βασικά αποσπάσματα. Το πλήρες περιεχόμενο των παρουσιάσεων των ομιλιών είναι διαθέσιμο σε βίντεο στο worldgoodwill.org/video. Στο παρόν τεύχος εξετάζεται η αλήθεια στους τομείς της δημοσιογραφίας/μέσων ενημέρωσης και της εκπαίδευσης ενώ, στο επόμενο τεύχος, θα εξεταστεί η αλήθεια σε ότι αφορά την επιστήμη και την τέχνη. Ελπίζουμε ότι αυτή η προσέγγιση θα είναι διαφωτιστική και επ’ αυτού θα εκτιμούσαμε τις απόψεις σας.

Προτού περάσουμε στην εξέταση των παρουσιαζόμενων σκέψεων ας ξεκινήσουμε με ορισμένες αρχικές ιδέες που θα βοηθήσουν στον προσανατολισμό της έρευνάς μας. Όπως ένας πολυεδρικός πολύτιμος λίθος, η αλήθεια μπορεί να προσεγγιστεί από πολλές πλευρές. Ένας φυσικός τρόπος εκκίνησης είναι να θεωρήσουμε τη γλώσσα ως έναν από τους κύριους τρόπους με τον οποίο επιδιώκουμε να μεταδώσουμε την αλήθεια. Εξ άλλου, τί θα μπορούσε να είναι πιο ξεκάθαρο απ’ ό,τι οι λέξεις; Ωστόσο, αφ’ ης στιγμής στραφούμε σε κάποια από τα παγκόσμια λεξικά, αντιλαμβανόμαστε το δίλημμα, διότι οι ίδιες οι λέξεις είναι περιορισμένες ως προς το πόσα μπορούν να μεταδώσουν για ένα γεγονός. Κάθε ορισμός είναι από μόνος του ένα είδος «κινητής εορτής», καθώς η σημασία πολλών λέξεων μετατοπίζεται στη διάρκεια των αιώνων. Αντίστοιχα και οι διαφορετικές γλώσσες διαιρούν με την διαφοροποίηση τον κόσμο. Ως εκ τούτου, κατά μία σημαντική έννοια, οι λέξεις απλά δείχνουν το δρόμο προς την αλήθεια. Παρ’ όλα αυτά, οι λέξεις αποτελούν το κύριο εργαλείο με το οποίο προσπαθούμε να συλλάβουμε την αλήθεια (παρότι και οι εικόνες εξελίσσονται ταχύτατα σε μια επιπρόσθετη σημαντική λεωφόρο), επομένως πρέπει να δίνουμε ιδιαίτερη προσοχή στο ποιος τις χρησιμοποιεί και για ποιο λόγο.

Μια σημαντική παράμετρος του τρόπου με τον οποίο εξελίσσονται φυσιολογικά οι έννοιες των λέ­ξεων με την πάροδο του χρόνου, είναι ότι πρέπει πάντα να είμαστε επιφυλακτικοί όταν ένα άτομο ή μια ομάδα επιμένει ότι υπάρχει μόνο ένα «αληθινό» νόη­μα για μια λέξη ή μια ιδέα. Σε αυτή την κατεύθυνση ελλοχεύει ο κίνδυνος της δογματικής σκέψης, η οποία μαστίζει από αμνημονεύτων χρόνων τους θεσμούς κάθε είδους και όχι μόνο τη θρησκεία. Ο ισχυρισμός ότι γνωρίζουμε το ένα και πραγματικό νόημα κλείνει αμέσως την πόρτα σε κάθε πολιτισμένη συζήτηση και φιλική διαφωνία, περιορίζοντας τους πιθανούς ορίζοντες που ευελπιστούμε να φθάσουμε. Από την πλευρά του εσωτερισμού, ολόκληρο το σύμπαν μας είναι ένα συνεχώς εξελισσόμενο πεδίο ζωής, συνείδησης και μορφής, οπότε θα ήταν πολύ παράξενο αν μια ιδέα, ενσωματωμένη σε μια λέξη ή σε μια σειρά από λέξεις, κατέληγε ξαφνικά στην τελική μορφή της, ενόσο όλα τα άλλα συνεχίζουν να μεταβάλλονται. Αντίθετα, είναι σχεδόν αξίωμα της εσωτερικής οπτικής ότι οι βαθιές, πνευματικές αλήθειες που υπόκεινται του καθημερινού βίου μας, αποκαλύπτονται προοδευτικά σε πλουσιότερο περιεχόμενο και λεπτότερες αποχρώσεις όσο αυξάνεται η ικανότητά μας να καταγράφουμε τα πιο λεπτοφυή επίπεδα ύπαρξης. Ίσως είναι ένα θεμιτό λάθος, να συγχέουμε τα διαχρονικά ιδεώδη για το Καλό, το Αληθές και το Ωραίο με τους συγκεκριμένους ορισμούς που απόκτησαν με την πάροδο του χρόνου. Όμως, αυτό το λάθος διογκώνεται εάν τα άτομα ή οι ομάδες πιστεύουν στη συνέχεια ότι έχουν το δικαίωμα, ή ακόμα και το καθήκον, να επιβάλλουν αυτούς τους ορισμούς σε άλλους. Η θεραπεία αυτής της διαχωριστικής προσέγγισης επέρχεται από την συμπονετική σοφία της ψυχής, η οποία είναι πάντοτε περιεκτική.

Εκτός από την ακαμψία του δόγματος, υπάρχει και ο κίνδυνος της ανειλικρινούς χρήσης της γλώσσας, με σκοπό τη χειραγώγηση ή ακόμη και την εξαπάτηση άλλων για προσωπικό όφελος. Αυτό εμφανίζεται συχνότερα στους τομείς της πολιτικής και του εμπορίου. Η γοητεία είναι μια από τις λέξεις για αυτό το φαινόμενο – και ενώ ο συνήθης ορισμός αυτού του όρου υποδηλώνει ελαφρότητα και παρακμή, η πιο εσωτεριστική κατανόηση το βλέπει ως απόπειρα απόκρυψης του πραγματικού και του αληθινού, στο φυσικό, συναισθηματικό και νοητικό επίπεδο. Πράγματι, η σκόπιμη προσπάθεια να δει κάποιος διαμέσου της «γοητείας» με το φως της ψυχής και την ενόραση, συνιστά μια μεγάλη πρόκληση για όλους όσους επιζητούν να ακολουθήσουν την πνευματική ατραπό.

Φεύγοντας από την ίδια τη γλώσσα και περνώντας σε εκείνους στους οποίους έχουν εμπιστευτεί Τη χρήση της στα μέσα ενημέρωσης, μια άλλη διάσταση προβάλλει στον αγώνα της μετάβασής μας από το απατηλό στο πραγματικό – η ειλικρίνεια. Εμπιστευόμαστε ότι οι δημοσιογράφοι θα λειτουργούν ως αμερόληπτοι παρατηρητές σχεδόν σε όλα τα σημαντικά γεγονότα που διαμορφώνουν την καθημερινότητά μας. Ωστόσο, αναγνωρίζουμε κι εμείς οι ίδιοι τις πιθανότητες μιας εσφαλμένης και παραμορφωμένης αντίληψή μας για το ο,τιδήποτε, συμπεριλαμβανομένων των απλών φυσικών γεγονότων. Πρέπει, λοιπόν, παρόμοια, να λάβουμε υπ’ όψη μας, την περίπτωση σφάλματος των δημοσιογράφων στις προσπάθειές τους να μεταδώσουν στο κοινό ό,τι πραγματικά συνέβη. Και οι δημοσιογράφοι πρέπει συχνά να βασίζονται όχι μόνο στις δικές τους αντιλήψεις αλλά και στις αντιλήψεις και τα λεγόμενα των πηγών τους, οι οποίες θα παρουσιάζουν τις δικές τους πιθανότητες σφάλματος καθώς και τις συνειδητές ή υποσυνείδητες κατευθύνσεις τους. Όλοι αυτοί οι παράγοντες μπορεί να επηρεάζουν την έμφαση που θα δίνουν οι δημοσιογράφοι στις ανταποκρίσεις τους, τον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζουν τις απόψεις τους και ό,τι επιλέγουν να παραλείψουν. Υπάρχει ένας τελευταίος κρίκος στην αλυσίδα μεταξύ ενός γεγονότος και της κατανόησής του, που είναι η συνειδητή ή υποσυνείδητη ατζέντα στο νου του ακροατή. Αν μια ατζέντα είναι αρκετά βαθιά εδραιωμένη, ορισμένα ακροατήρια θα ακούσουν μόνο αυτό που θέλουν να ακούσουν, ανεξάρτητα από το πόσο επιδέξιο ή πειστικό είναι ένα αντεπιχείρημα ή τα γεγονότα που παρουσιάζονται. Ο γλωσσολόγος και κοινωνικός κριτικός Νόαμ Τσόμσκυ εντόπισε πέντε ακόμα φίλτρα στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τα οποία θεωρεί ότι συμβάλλουν στην προώθηση ενός κλίματος φόβου και παγιωμένων ανισοτήτων: την υπερβολική συγκέντρωση της ιδιοκτησίας των ΜΜΕ στα χέρια ολίγων ισχυρών προσώπων, την χρηματοδότηση των μέσων με εμπορική διαφήμιση, την υπερβολική εμπιστοσύνη στην ειλικρίνεια των επίσημων πηγών, την άσκηση κριτικής από τους πολιτικούς στα μέσα μαζικής ενημέρωσης προκειμένου να τα θέσουν υπό έλεγχο και τέλος, την τάση των κυρίαρχων μίντια να ακολουθούν μόνο τις επικρατούσες πεποιθήσεις και απόψεις του κατεστημένου (status quo).

Πολύ πρόσφατα έχει εμφανιστεί ένα ακόμη πιο δυσδιάκριτο πέπλο και αυτό είναι η διαλυτική επίδραση των κοινωνικών μέσων στην κατανάλωση των ειδήσεων. Σε αντίθεση με την παραδοσιακή «θέση» μιας εφημερίδας, η οποία μπορεί να συγκριθεί με την προσωπική οπτική κάποιου, τα κοινωνικά μέσα συγκεντρώνουν ιστορίες από οποιαδήποτε αναγνωρίσιμη συντακτική θέση, με ελάχιστη ή μηδαμινή επικέντρωση στην αξιοπιστία των πληροφοριών είτε των πηγών. Σοβαρά παγκόσμια ζητήματα διαχέονται τυχαία μέσα στην ίδια τη ροή των ειδήσεων, μαζί με φωτογραφίες γατιών και παραξενιές διασημοτήτων. Έτσι, σε όλα προσδίδεται η ίδια «σημασία» και η αλήθεια κινδυνεύει να γίνει απλά αυτό που σε κάνει να νιώθεις καλά.
Εντέλει, το ζήτημα της αλήθειας συνδέεται ουσιαστικά με το ζήτημα της ελευθερίας. Όπως προαναφέρθηκε, ορισμένες πρακτικές των μέσων ενημέρωσης μπορούν να δημιουργήσουν ένα κλίμα φόβου και αβεβαιότητας. Πραγματικά ελεύθεροι όμως, είμαστε μόνον όταν απελευθερωθούμε από τον φόβο, ανεξάρτητα από το πόσο δημοκρατικές μπορεί να φαίνονται οι κοινωνίες μας. Ο φόβος μπορεί να καταπνίξει την έκφραση της αγάπης. Επομένως, είμαστε όλοι υπεύθυνοι για τη διατήρηση της κοινωνικής μας διαύγειας και μέρος αυτής περιλαμβάνει το ξεκαθάρισμα των δικών μας αντιλήψεων. Είναι συνεπώς ανάγκη να επιστρέψουμε στον αληθινό εαυτό μέσω του διαλογισμού, ο οποίος οδηγεί στην ικανότητα διάκρισης της αλήθειας από το ψεύδος. Η διάκριση είναι δυνατή μόνον όταν ο νους ευθυγραμμίζεται με την ψυχή και υποτάσσεται στο φως της ενόρασης, μέσα από μια καρδιά ταπεινή και απλότητα του νου. Αυτό μας επιτρέπει να αναγνωρίζουμε ότι η εικόνα μας για την αλήθεια είναι πάντα περιορισμένη και ότι το εύρος της αλήθειας είναι στην πραγματικότητα άπειρο. Ο διαλογισμός, μας επιτρέπει να προχωρήσουμε από την αλήθεια που περιέχεται στα λόγια, σε εκείνη που καλύπτεται από σύμβολα και κατόπιν σε εκείνη την ανώτατη πνευματική αλήθεια που μπορεί να βιωθεί μόνο στη σιγή.

Υπάρχουν διάφοροι τρόποι με τους οποίους θα μπορούσαν να οργανωθούν οι ιδέες των παρουσιαστών μας, κάθε μια τους ρίχνοντας πιθανόν ένα διαφορετικό φως στο θέμα μας. Παραθέτουμε ορισμένες εισηγήσεις σε ό,τι αφορά την μεταξύ τους σύνδεση.

Ο Κρίστοφερ Σβαρτς (Christopher Schwartz) επικεντρώνεται στις ευθύνες του κάθε δημοσιογράφου ατομικά για την παρουσίαση της αλήθειας, για το πώς διαφορετικά είδη δημοσιογράφων θα μπορούσαν να ερμηνεύσουν αυτό το καθήκον και για τις φιλοσοφικές και πνευματικές διαστάσεις της επιδίωξης να λειτουργούμε ως ένας «αμερόληπτος θεατής». Η Τζούντι Ρότζερς (Judy Rodgers) πραγματεύεται ένα σχετικό θέμα: την ενδυνάμωση των δημοσιογράφων και εκείνων που προετοιμάζουν τις ειδήσεις, ώστε να παρουσιάζουν μια θετική πλευρά κατά τη διαμόρφωση προβληματικών θεμάτων. Ο οργανισμός που ίδρυσε η Τζούντυ, Εικόνες και Φωνές Ελπίδας (Images and Voices of Hope) απασχολεί εκατοντάδες επαγγελματίες τών μέσων σε μια προσπάθεια αποκάλυψης βαθύτερων πτυχών της αλήθειας με μια πιο πνευματική προσέγγιση στα εξωτερικά γεγονότα και αυτό απηχεί τις τελικές σκέψεις του Κρίστοφερ για το πώς η υπεύθυνη δημοσιογραφία έχει πολλά κοινά σημεία με τις πνευματικές επιδιώξεις των Σούφι και Θιβετανών Βουδιστών διαλογιστών.

Ο Γκάμπριελ Τζαράμπα (Gabriel Jaraba) εξετάζει στοχαστικά την εμβάθυνση της παιδείας στα μέσα ενημέρωσης στην τεχνολογική μας εποχή, κατά την οποία ο συλλογικός νους της ανθρωπότητας έχει προσλάβει φυσική μορφή μέσω του Διαδικτύου. Η παιδεία στα μέσα ενημέρωσης είναι ένας παράγων υπεράσπισης των δημοκρατικών ελευθεριών και, τελικά, υλοποίησης μιας πλανητικής κοινωνίας βασισμένης στην καλή θέληση και τον ορθό μερισμό. Η Αλεξάνδρα Ράτκλιφ (Alexandra Ratcliffe) δίνει μια σύντομη επισκόπηση στην ιστορία της διανομής της πληροφορίας, σημειώνοντας την αρκετά πρόσφατη εμφάνιση των οργανωμένων τεχνικών προπαγάνδας και την ουσιαστική σημασία της παιδείας και κατάρτισης στα μέσα επικοινωνίας προκειμένου να αντισταθμιστεί αυτή η τάση και να προστατευθεί η ελευθερία της σκέψης. Όπως ο Γκάμπριελ, έτσι και η Αλεξάνδρα επικεντρώνεται στην προστασία της δημοκρατίας. Υπογραμμίζει επίσης τη σημασία της διδασκαλίας του διαλογισμού, ώστε να μπορούν οι άνθρωποι να βρίσκουν τρόπους σύνδεσης με τα μέσα όταν αυτά παρουσιάζουν το καλό, το αληθινό και το όμορφο. Αυτό σχετίζεται τόσο με την Τζούντυ όσο και με τον Κρίστοφερ και παρέχει έναν κρίκο για το καταληκτικό κομμάτι του Ανδρέας ντε Μπρούιν (Andreas de Bruin), ο οποίος μοιράζεται τις θετικές του εμπειρίες στην εισαγωγή διαφόρων τεχνικών διαλογισμού σε πανεπιστημιακούς φοιτητές, συμπεριλαμβανομένου του τελευταίου του εγχειρήματος που αφορά στην χρήση του διαλογισμού για την αποκάλυψη της βαθύτερης έννοιας στην τέχνη των Πρεσβύτερων Διδασκάλων. Αμφότερα τα εγχειρήματα έχουν ως απώτερο στόχο να οδηγήσουν τον διαλογιζόμενο στην υπηρεσία του ευρύτερου όλου.

 

Η Σύγχρονη Δημοσιογραφία Αντανακλά μια Μετατόπιση στη Συνείδηση

   VIDEO

Ο Κρίστοφερ Σβαρτς (Christopher Schwartz) είναι Αμερικανός ερευνητής και δημοσιογράφος. Αυτό τον καιρό διεξάγει διδακτορική έρευνα στο Ινστιτούτο Φιλοσοφίας του KU Leuven στο Βέλγιο, ενώ παράλληλα διδάσκει στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο της Κεντρικής Ασίας στο Κιργιστάν, όπου εργάζεται επίσης ως δημοσιογράφος. Είναι μέλος της Μπαχάι πίστης. Αναφέρθηκε στον ιδρυτή της πίστης Μπαχάι, Μπαχά’ο’λλά(χ), ο οποίος στα τέλη του 19ου αιώνα έγραψε για τη δημοσιογραφία ότι αποτελεί ένα από τα εξέχοντα χαρακτηριστικά της σύγχρονης εποχής: «Οι σελίδες των ταχέως εμφανιζόμενων εφημερίδων είναι πράγματι ο καθρέπτης του κόσμου. Αντικατοπτρίζουν τις πράξεις και τις επιδιώξεις διαφόρων ανθρώπων και των ομοϊδεατών τους... [οι δημοσιογράφοι θα πρέπει να] περιβάλλονται με το ένδυμα της δικαιοσύνης και της ισονομίας. Θα πρέπει να διερευνούν τις καταστάσεις όσο το δυνατόν περισσότερο, να εξακριβώνουν τα γεγονότα και στη συνέχεια να τα αποτυπώνουν γραπτώς». Η δημοσιογραφία, όπως επισήμανε ο Κρίστοφερ, αντιπροσωπεύει «μια νέα ανθρώπινη ικανότητα που ενεργοποιήθηκε και χρησιμοποιείται από τους ανθρώπους. Η υποκείμενη μετατόπιση της συνείδησης είναι εκείνη στην οποία ανευρίσκεται η αληθινή ιστορία».

Ο Κρίστοφερ διερεύνησε έπειτα την ετυμολογία της λέξης «δημοσιογραφία» (journalism), σημειώνοντας ότι ουσιαστικά προέρχεται από το ρήμα «λάμπω» (to shine). Έτσι «το πραγματικό καθήκον ενός δημοσιογράφου είναι να ρίχνει φως, τόσο υπό μία διανοητική γνωστική έννοια όσο και υπό μία πνευματική, ηθική έννοια». Ένα άλλο θέμα που θέλησε να διευκρινίσει είναι η διαφορά μεταξύ μιας υποκειμενικής και μιας αντικειμενικής οπτικής, οι οποίες υποστήριξε δεν είναι διαμετρικά αντίθετες, όπως συχνά παρουσιάζονται. Η αντικειμενικότητα, συνδέεται περισσότερο με την εστίαση ή το αντικείμενο της προσοχής ενός άλλου και αφορά το δημοσιογραφικό ιδεώδες του «αμερόληπτου θεατή».

Η εύρεση τρόπου ώστε να παραμένουν αμερόληπτοι και να αναφέρουν όλη την αλήθεια είναι μια δύσκολη πρόκληση για τους δημοσιογράφους, όπως δείχνει η γνωστή ιστορία με τους τυφλούς και τον ελέφαντα. Για να επεξηγήσει αυτό το σημείο, ο Κρίστοφερ παρέθεσε τα αποτελέσματα μιας εκτεταμένης έρευνας σχετικά με δημοσιογραφικές συμπεριφορές, καθώς και τέσσερις βασικούς τρόπους με τους οποίους οι δημοσιογράφοι βλέπουν τον εαυτό τους. Ο πρώτος είναι ο «Λαϊκιστής Φορέας Διάδοσης» (Populist Disseminator). Αυτός ο τύπος συνεπάγεται μια πολύ στενή ταύτιση με το κοινό στο οποίο απευθύνεται ο δημοσιογράφος. Η ιδέα είναι να υπηρετεί «το λαό» και ένας δημοσιογράφος αυτού του είδους είναι κατά βάση ουδέτερος απέναντι στο κατεστημένο, εκτός εάν τα συμφέροντα ή οι ενέργειές του κατεστημένου έρχονται σε σύγκρουση με εκείνα του «λαού». Ένας «Λαϊκιστής Φορέας Διάδοσης» πιστεύει ότι δεν αποτελεί πρωταρχικό καθήκον του να πείσει ένα ακροατήριο για την αλήθεια, αλλά να το πληροφορήσει. Ο δεύτερος τύπος δημοσιογράφου είναι ο «Ευκαιριακός Διαμεσολαβητής» (Opportunist Facilitator), ο οποίος συνδέεται στενά με το κατεστημένο. Όπως ο προηγούμενος έτσι κι αυτός, επικεντρώνει το ενδιαφέρον του λιγότερο στην ανακάλυψη της αλήθειας· αντ’ αυτού, επιδιώκει να υποστηρίξει την ατζέντα του κατεστημένου. Επομένως, δεν ενδιαφέρεται κατ’ ανάγκην να πείσει το κοινό του για κάτι, εκτός κι αν πιστεύει ότι αυτό επιθυμεί το κατεστημένο. Αυτού του είδους οι δημοσιογράφοι μπορεί να βρεθούν σε δίλημμα για το πώς να ενεργήσουν όταν υπάρχει μια σημαντική αλλαγή στο κατεστημένο ως αποτέλεσμα εκλογών ή επανάστασης. Ο τρίτος τύπος δημοσιογράφου είναι ο «Πράκτορας Κρίσιμης Αλλαγής» (Critical Change Agent), ο οποίος επιθυμεί να επηρεάσει ενεργά την κοινωνικο-πολιτική ατζέντα, να εμπνεύσει το ακροατήριό του και να το δραστηριοποιήσει προκειμένου να επέλθουν αλλαγές. Ο «Πράκτορας Κρίσιμης Αλλαγής» ασκεί συνήθως κριτική στο κατεστημένο, οπότε, αν το έργο του είναι επιτυχές και υιοθετηθούν οι προτάσεις για αλλαγή, αντιμετωπίζει το αντίθετο δίλημμα από αυτό του «Ευκαιριακού Διαμεσολαβητή» – πώς να αποφύγει την ένταξή του στο κατεστημένο. Ο τέταρτος τύπος δημοσιογράφου είναι ο «Αποσπασμένος Επιτηρητής» (Detached Watchdog), ο οποίος θέτει την «αμεροληψία» και την «αντικειμενικότητα» υπεράνω όλων. Αυτοί οι δημοσιογράφοι, ενώ πιστεύουν ότι οι σκληρές αλήθειες μπορεί να είναι αναγκαίες για την κοινωνική πρόοδο και συνήθως καταφέρονται ενάντια στο κατεστημένο, δεδομένου ότι το κατεστημένο δεν παρέχει συνήθως στον λαό πλήρη ενημέρωση, ενδέχεται επίσης να αμφισβητούν και τους κοινωνικούς ακτιβιστές όταν ξεπερνούν τα όρια ή ακολουθούν μια κρυφή ατζέντα. Ως αποτέλεσμα, βρίσκονται συχνά σε διαμάχη με το κοινωνικό τους περιβάλλον και μπορεί να θεωρούν ότι λειτουργούν ως ένα είδος «αξιωματικής αντιπολίτευσης»

Ο Κρίστοφερ κάλεσε τους παρευρισκόμενους να εκφράσουν τη γνώμη τους, σχετικά με το ποιό είδος δημοσιογράφου θεωρούν καλύτερο. Το αποτέλεσμα ήταν μακράν υπέρ του «Αποσπασμένου Επιτηρητή». Σημείωσε ότι ο ίδιος συμφωνούσε σε μεγάλο βαθμό με αυτήν την κατηγορία, υπογραμμίζοντας το «Αποσπασμένος», εν μέρει επειδή, ως Μπαχάι, δεν πίστευε σε αντιμαχόμενες σχέσεις και επειδή είχε δει από πρώτο χέρι παραδείγματα συναδέλφων του που ταυτισμένοι με αυτή την θέση μπορούσαν να καταλήξουν πολύ αρνητικοί και απαισιόδοξοι. Ωστόσο, πιστεύει επίσης, ότι κάθε δημοσιογράφος φέρει μέσα του και των τεσσάρων τύπων στοιχεία· για παράδειγμα, ο δικός του εσωτερικός «Λαϊκιστής Φορέας Διάδοσης» θα όριζε ως «λαό» ολόκληρη την ανθρώπινη φυλή – και ότι κάθε τύπος θα είναι αφοσιωμένος σε κάποια εκδοχή της αλήθειας. Φυσικά, όμως, ο κάθε τύπος ενδέχεται να αποκλίνει από αυτή την αφοσίωση λόγω εκφοβισμού ή διαφθοράς.

Ο Κρίστοφερ επανήλθε στο ερώτημα για την πραγματική σημασία της «αντικειμενικότητας», θεωρώντας ότι αυτή προϋποθέτει ένα βήμα έξω από το προσωπικό μας πλαίσιο αναφοράς, ώστε να φτάσουμε σε μια προοπτική πέραν της προοπτικής τουτέστιν μια «θέαση από το πουθενά». Ένας τρόπος για αυτή την κατανόηση είναι να εξετάσουμε τα διάφορα επίπεδα της αλήθειας. Στο καθημερινό φυσικό πεδίο, υπάρχει η αλήθεια των εμπειρικών γεγονότων, ενώ στο διαχρονικό πεδίο της ηθικής και της πνευματικότητας, υπάρχουν αιώνιες αλήθειες και βαθιές νύξεις για το ορθό ή το εσφαλμένο, για το αληθές ή το ψευδές. Η αντικειμενικότητα συνδέε­ται με αυτό το τελευταίο πεδίο της αλήθειας, ενώ σύμφωνα με τον Κρίστοφερ «η αντικειμενικότητα είναι σε τελική ανάλυση το ανώτατο επίπεδο της δυνητικής αλήθειας ... η ύπαρξη σε μια θέση αγνής και υπέρτατης συμπόνιας».

Δίνοντας ένα παράδειγμα αυτού του τύπου συνείδησης, κάλεσε το ακροατήριο να αναλογιστεί κάποια στιγμή σοβαρής διαφωνίας ή σύγκρουσης, όπου τελικά επιτεύχθηκε ένα σημείο συναίνεσης. Τους ζήτησε να μην παραμείνουν στις λεπτομέρειες της διαφωνίας, αλλά στη διαδικασία συγχρονισμού των απόψεων, τη στιγμή του «Α–χά!» όπου έκαναν την εμφάνισή τους η συμπάθεια και η κατανόηση για την άλλη προοπτική και στη συνέχεια η επιθυμία για συμβιβασμό – ακόμη και αν είχε ως αποτέλεσμα το «συμφωνούμε να διαφωνούμε». Ζήτησε από το ακροατήριο να «θυμηθεί αντ’ αυτού τη διαδικασία διαπραγμάτευσης και συγχρονισμού των απόψεών μας». Αυτή η διαδικασία συνιστά μια εμπειρία της αντικειμενικότητας, τη «θέαση από το πουθενά», όταν δύο άνθρωποι μετακινούνται από την υποκειμενική τους στάση «είμαι κάποιος» και από κοινού γίνονται «καν-ένας», ένα τρίτο σημείο στο μεταξύ τους τρίγωνο. Η άποψη αυτή μπορεί να ταυτιστεί με τον «αμερόληπτο θεατή», μια έννοια που ιστορικά εισήγαγαν οι δημοσιογράφοι, όταν ξεκίνησαν οι εφημερίδες. Η ιδέα του «αμερόληπτου θεατή» μπορεί να βρεθεί και στον μυστικισμό των Σούφι, αλλά και στα Θιβετανικά Βουδιστικά κείμενα. Με βάση την ερώτηση που έθεσε ο Κρίστοφερ, «τί σημαίνει να γίνουμε ‘‘καν-ένας’’, τί σημαίνει να γίνουμε ο Αμερόληπτος Θεατής; Σημαίνει να γίνουμε ένας καθρέφτης». Αυτό εκφράζεται στη σκέψη του Μπαχά’ο’λλά(χ), να γίνουν οι εφημερίδες καθρέφτης του κόσμου. Ωστόσο, θα πρέπει, να θυμόμαστε ότι θα πρέπει να θυμόμαστε ότι ακόμη και ένας καθρέφτης έχει ατέλειες. Πράγματι, ο Μπαχά’ο’λλά(χ) ήταν επιφυλακτικός με τους ισχυρισμούς ορισμένων μυστικιστών Σούφι ότι όντας απόλυτα ενωμένοι με τον Θεό διατηρούσαν και πλήρη αμεροληψία στις απόψεις τους. Το ζήτημα είναι ότι εκεί πρέπει να στοχεύουμε, όχι μόνον ως δημοσιογράφοι –παρότι αυτό αποτελεί ένα συγκεκριμένο τμήμα του επαγγέλματός τους– αλλά και απλά ως άνθρωποι. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να αναγνωρίζουμε τη λεπτοφυή παγίδα της υπερηφάνειας που υπεισέρχεται στην μυστικιστική προσπάθεια, όταν θεωρήσουμε ότι επιτύχαμε πλήρως και ότι γνωρίζουμε τί είναι η αντικειμενικότητα και η ίδια η Αλήθεια.  worldgoodwill.org/video#cs

 

Αποκαθιστώντας την Ελπίδα Μέσα από τα ΜΜΕ

   VIDEO

Η Τζούντυ Ρότζερς (Judy Rodgers) είναι ιδρύτρια μιας παγκόσμιας κοινότητας δημοσιογράφων, δημιουργών ντοκιμαντέρ και επαγγελματιών στα μέσα ενημέρωσης, με την ονομασία «Εικόνες και Φωνές Ελπίδας», οι οποίοι επικεντρώνονται στο δυναμικό των ΜΜΕ, ώστε αυτά να αποτελέσουν παράγοντα θετικής αλλαγής και βελτίωσης στον κόσμο. Υποστήριξε ότι το απατηλό θα μπορούσε να ταυτιστεί με τον εξωτερικό υλικό κόσμο, ενώ το πραγματικό ή αληθινό σχετίζεται με την σύμφυτη στη ζωή ενέργεια. Παρατήρησε ότι «η αλήθεια, στο ύψιστο επίπεδο, αφορά εκείνο που είναι αμετάβλητο και αθάνατο, εκείνο που παραμένει και αποκαθιστά».

Ετέθησαν δύο βασικά ερωτήματα: Πώς μπορούν τα μέσα να μετατοπιστούν από μια εστίαση στο απατηλό και να εστιάσουν στις αληθινές ενέργειες και ποιότητες της ζωής; Κι επίσης, πώς μπορούμε ως πολίτες και καταναλωτές των μέσων ενημέρωσης να στηρίξουμε αυτήν την αλλαγή; Για να απεικονίσει παραστατικά την διαφορά μεταξύ απατηλής και πραγματικής διάκρισης και την τάση μας να επικεντρωνόμαστε στο απατηλό, η Τζούντυ ανέφερε το παράδειγμα που χρησιμοποίησε ο συγγραφέας Ντέιβιντ Μπρουκς (David Brooks), για την διαφορά ανάμεσα στις αρετές που παρουσιάζονται σε ένα βιογραφικό σε σύγκριση με αυτές που αναφέρονται σε έναν επικήδειο: «Στο βιογραφικό οι παρουσιαζόμενες αρετές είναι εκείνες που συμβάλλουν στην εξωτερική επιτυχία. Σε έναν επικήδειο, οι αναφερόμενες αρετές είναι βαθύτερου επιπέδου και αφορούν το αν είσαστε ευγενικοί, θαρραλέοι, ειλικρινείς ή πιστοί, τί είδους σχέσεις δημιουργήσατε». Δυστυχώς, τείνουμε να αφιερώνουμε περισσότερη σκέψη στις αρετές του βιογραφικού.

Μέσω του κινήματος «Εικόνες και Ήχοι Ελπίδας», δημιουργοί των ΜΜΕ που δεσμεύονται στην υπηρεσία, εργάζονται για την αλλαγή αυτής της κατάστασης. «Το Ivoh [Images & Voices Of Hope] αποτελεί μέρος ενός απέραντου κινήματος θετικών δυνά­μεων, που εκτείνεται σε πολλαπλούς τομείς. Όσοι εργάζονται στον τομέα της θετικής δύναμης στην εκπαίδευση, την υγειονομική περίθαλψη, τη διαχείριση και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, υποστηρίζουν ότι ενδυναμώνοντας αυτό που είναι εγγενές, θετικό και ζωογόνο, ενισχύουμε τα άτομα και τα συστήματα μέσα στα οποία ζούμε και εργαζόμαστε». Η Τζούντυ εμπνεύστηκε για αυτό το έργο στα μέσα μαζικής ενημέρωσης ακολουθώντας τους πρωτοπόρους σε άλλους τομείς ‘θετικής δύναμης’. Το 1999, αποφάσισε να συγκαλέσει μια σύσκεψη με τρεις εταίρους: την σχολή επιχειρήσεων στο Case Western Reserve University, το Ίδρυμα για το Όραμα ενός Καλύτερου Κόσμου (Visions of a Better World Foundation) και τον Παγκόσμιο Πνευματικό Οργανισμό Brahma Kumaris. Αυτοί οι τρεις εταίροι θεωρούν ότι «... ο τρόπος για να δημιουργηθεί ένας καλύτερος κόσμος δεν είναι να αναλωνόμαστε στα παγκόσμια προβλήματα, αλλά να οραματιζόμαστε τον κόσμο που διακαώς επιθυμούμε». Αυτή η συζήτηση οδήγησε σε μια βασική πρόταση: «όταν οι ιστορίες των μέσων ενημέρωσης αναδεικνύουν πράξεις θάρρους, συμπόνιας και ελπίδας σε εκείνους που έχουν χτυπηθεί, αντλούμε έμπνευση και διάθεση να ενεργήσουμε με τρόπους που ίσως δεν είχαμε σκεφτεί προηγουμένως».

Από το 1999, το Ivoh διοργάνωσε τακτικές διασκέψεις και εκδηλώσεις για να εμβαθύνει στην κατανόηση της αποστολής του. Στη συνέχεια, μετά το αιματοκύλισμα του Sandy Hook, όταν ο Κούρτις Κλαρκ, συντάκτης της Newtown Bee, πρότεινε την ιδέα μιας «λυτρωτικής αφήγησης», αυτό οδήγησε την Τζούντυ και την Ivoh στην έννοια μιας «επανορθωτικής αφήγησης», η οποία «συνδέεται με την ιστορία ρίχνοντας, εν μέσω αναταραχής, φως στην ψυχική ποιότητα της αντοχής ατόμων και κοινοτήτων. Μετατοπίζοντας την εστίαση από τα θύματα στους επιζώντες, εστιάζοντας σε αυτό που ‘δίνει ζωή’ και συνδεόμενοι με την αντοχή του ανθρώπινου πνεύματος, αρχίζουμε να βλέπουμε την υποκείμενη αλήθεια κάτω από την επιφάνεια της ιστο­ρίας». Όταν μας υπενθυμίζουν τις παρουσιαζόμενες ανθρώπινες αρετές, γινόμαστε πιο δυνατοί, πιο δημιουργικοί και πιο ικανοί για επανόρθωση. Η Τζούντυ παρουσίασε μέσα από ένα βίντεο το παράδειγμα απεξαρτημένων από τα ναρκωτικά ατόμων, αποφασισμένων, με την υποστήριξη της κοινότητας, να ξαναφτιάξουν την ζωή τους.* Το Ivoh έχει δεσμευτεί σε αυτό το έργο τής ποιοτικά διαφορετικής αφήγησης μιας ιστορίας. Για να αποκαταστήσουν την ελπίδα, «οι αφηγητές θα πρέπει να είναι παρατηρητές με διάκριση και να βλέπουν κάτω από την γοητεία της επιφάνειας το βάθος της δύναμης ψυχής στις κοινότητες».

Στις ετήσιες διασκέψεις του Ivoh, οι εκπρόσωποι των μέσων ενημέρωσης ενθαρρύνονται να απευθύνουν ερωτήματα ως προς το βαθύτερο νόημα στις ιστορίες της εποχής μας. Η Τζούντι πιστεύει ότι «εάν έχουμε διάκριση –και είμαστε αφυπνισμένοι στο πιο βαθύ και ακατάβλητο του ανθρώπινου πνεύματος– μπορούμε να νιώσουμε τη θέληση της ζωής και το θεμέλιο της αρετής να σαλεύουν κάτω από την επιφάνεια. Ο διορατικός δημοσιογράφος, σκηνοθέτης, επαγγελματίας διαφημιστής ή προγραμματιστής παιχνιδιών θα αναγνωρίσει αυτήν την βαθύτερη αλήθεια και θα χρησιμοποιήσει τις δεξιότητές του για να ενισχύσει και να ανυψώσει την κοινωνία που υπηρετεί». Η Τζούντι ενθαρρύνει όλους μας να αναζητήσουμε τέτοιες ιστορίες και, αφού τις βρούμε, να απευθυνθούμε στους δημιουργούς των μέσων ενημέρωσης, γνωστοποιώντας τους ότι εκτιμούμε αυτού του τύπου τις ιστορίες. worldgoodwill.org/video#jr

* https://www.youtube.com/watch?v=viUJVC5ykR4 σχετικά με την αλλαγή στερεοτύπων στην Αλαμπάμα, χρησιμοποιήθηκε το τραγούδι του Walt Whitman Song of Myself (Το Δικό μου Τραγούδι).

 

Δημιουργώντας έναν Οικουμενικό Διάλογο Αγωγής και Εκπαίδευσης στα ΜΜΕ

   VIDEO

Ο Γκάμπριελ Τζαράμπα (Gabriel Jaraba) είναι καθηγητής στο Αυτόνομο Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης και Παγκόσμιος Πρόεδρος της UNESCO για τον Γραμματισμό των Μέσων Ενημέρωσης και τον Διαπολιτισμικό Διάλογο. Ο Γκάμπριελ ξεκίνησε επισημαίνοντας την καίρια σημασία της αγωγής και εκπαίδευσης στα μέσα ενημέρωσης, όπως ορίζεται από την UNESCO. Επισήμανε ότι χωρίς την παιδεία στα ΜΜΕ δεν μπορεί να υπάρξει πραγματική δημοκρατία. Ο 21ος αιώνας είναι μια εποχή ολόπλευρης επικοινωνίας, που ρυθμίζει κάθε πτυχή της ζωής. Επομένως, βρισκόμαστε στο μέσον μιας διαταραγμένης περιόδου, όσον αφορά τα μέσα ενημέρωσης, την οποία περιέγραψε ως «αλλαγή του πολιτισμού σε όλες τις πτυχές του». Τίθεται τότε το ερώτημα – πώς μπορούμε να δράσουμε υπεύθυνα αυτή την εποχή;

Διαθέτουμε έναν τεχνολογικό πολιτισμό, βασισμένο στην ψηφιοποίηση της επικοινωνίας, σε συνδυασμό με μια κουλτούρα των μέσων που οργανώνεται γύρω από τα ΜΜΕ και τη σύγκλισή τους. Αυτό έχει τρεις βασικές επιδράσεις: στην ενέργεια που απαιτείται για την επικοινωνία, στον χρόνο και στον χώρο. Βλέπουμε, ως αποτέλεσμα, μια ευκολία και αμεσότητα στην παγκόσμια επικοινωνία. Πώς αυτό επηρεάζει τη συλλογική μας ευθύνη για τη εδραίωση ορθών ανθρώπινων σχέσεων; Θα μπορούσαμε να μπούμε στον πειρασμό να αντιδράσουμε με φόβο ζητώντας να ανακόψουμε την πανίσχυρη αυτήν τάση, η οποία όμως ουσιαστικά συνιστά μια μεγάλη ευκαιρία προόδου της πλανητικής συνείδησης, με στόχο την ευρεία διάδοση της Προαιώνιας Σοφίας μέσω των δικτύων του Παγκόσμιου Ιστού, που αποτελούν την φυσική εκδήλωση της αληθινής «νοόσφαιρας» ή σφαίρας της ανθρώπινης σκέψης, όπως προέβλεψε ο Τεγιάρ ντε Σαρντέν (Teilhard de Chardin).

Η ύπαρξη αυτής της φυσικής εκδήλωσης του νοητικού πεδίου συνεπάγεται την ευθύνη μας να διατηρήσουμε και να καλλιεργήσουμε την ορθή της ανάπτυξη, έτσι ώστε να καταστεί ένα χρήσιμο όχημα για ορθές ανθρώπινες σχέσεις. Προκειμένου αυτό να επιτευχθεί, ο Γκάμπριελ υποστήριξε ότι θα πρέπει να διαφυλαχτεί προσεκτικά από τον κίνδυνο της αποκλειστικής της χρήσης από μεγάλες επιχειρήσεις. Τα μεγάλα εταιρικά συστήματα τείνουν να καταπνίγουν την ενεργή επικοινωνία της γνώμης, ευνοώντας την κατανάλωση παθητικών πληροφοριών. Έτσι, η παιδεία για τα μέσα ενημέρωσης στα σχολεία είναι απαραίτητη, αλλά δεν αρκεί. Πρέπει να ανταποκρίνεται στη δυναμική του τοπίου της τεχνολογίας, στις νέες συνθήκες που δημιουργούν τα κοινωνικά δίκτυα και στην εμφάνιση αλγορίθμων υπολογιστών που λαμβάνουν αποφάσεις για τα όσα βλέπουμε. Συνεπώς, η μεγάλη πρόκληση της εκπαίδευσης στα μέσα ενημέρωσης είναι να φέρει στο φως την δύναμη που κρύβεται στα μεγαλύτερα ψηφιακά συστήματα (πλατφόρμες) και να τα καταστήσει υπόλογα για τις επιδράσεις τους στην οικονομία και την κοινωνία. Ωστόσο, δεν αρκούν μόνο οι προφυλάξεις προκειμένου να διατηρηθεί η δημοκρατία. Η αγωγή και η παιδεία στα Μέσα πρέπει να αποτελέσει πρακτικό παράδειγμα εφαρμογής ορθών ανθρώπινων σχέσεων – «Οι ορθές ανθρώπινες σχέσεις δεν είναι ένας ευσεβής πόθος ή μια απραγματοποίητη ουτοπία, αλλά μία δεοντολογική επιταγή που οφείλει να γίνει πραγματικότητα». Επίσης, η παιδεία των μέσων μπορεί να εκφραστεί τόσο σε επίσημα όσο και ανεπίσημα πλαίσια, σε εκπαιδευτικά ιδρύματα και μέσω κοινωνικού ακτιβισμού.

 

Ο Γκάμπριελ μοιράστηκε τις σκέψεις του για τις νέες αξίες που εμπνέουν την εκπαίδευση στα μέσα επικοινωνίας. Πρώτον, τίθεται θέμα προάσπισης της αυτονομίας των ατόμων στο δικαίωμα για πληροφόρηση και στην δυνατότητα να την αξιολογήσουν κριτικά. Δεύτερον, χρειάζεται πίστη στην εποικοδομητική αξία του ανοικτού, συμμετοχικού διαλόγου, στην ικανότητα του πλήθους και των οργανωμένων συλλογικοτήτων να παράγουν ποιοτική πληροφόρηση, κριτική αξιο­λόγηση και διαδικασίες λήψης αποφάσεων καθώς και τον, κομβικής σημασίας, μερισμό της γνώσης. Τρίτον, απαιτείται η δύναμη της δημιουργικής φαντασίας, η οποία θα πρέπει να τροφοδοτεί μια ενεργό επικοινωνιακή δημοκρατία με ισότητα συμμετοχής και έκφρασης γνώμης. Και τέταρτον, να υπάρχει σεβασμός στην πολυπολιτισμικότητα και τον διαπολιτισμικό διάλογο. «Ο νέος γραμματισμός στα μέσα επικοινωνίας σέβεται την αυτονομία και την ιδιαιτερότητα κάθε κουλτούρας, διότι δημιουργεί γέφυρες για την διαμόρφωση ενός παγκόσμιου διαλόγου μεταξύ τους και για την δόμηση κοινών αξιών».

Η παιδεία στα μέσα επικοινωνίας θα πρέπει να ενισχύει την κριτική σκέψη και την ικανότητα χειρισμού των πληροφοριών που διαδίδονται από τα ΜΜΕ. Βασικά τους στοιχεία είναι:

  •  «Να γνωρίζουμε πώς να βρίσκουμε και να αποκτούμε πρόσβαση στις καλύτερες διαθέσιμες πληροφορίες, χρησιμοποιώντας τις πιο κατάλληλες, ποικίλες και αξιόπιστες πηγές
  • Να γνωρίζουμε πώς να τις αξιολογούμε με ακριβή και αυστηρά κριτήρια
  • Να συνυπολογίζουμε ένα ευρύτερο πλαίσιο και να κατανοούμε τις πληροφορίες σύμφωνα με την πηγή τους
  • Να διατηρούμε την επίγνωση του ιδεολογικού και πολιτιστικού πλαισίου από όπου προέρχεται και κατευθύνεται η πληροφορία
  • Να ενσωματώνουμε όλα τα προηγούμενα σε ένα σύνολο πληροφοριών και προγενέστερης γνώσης αποκομίζοντας ένα ουσιαστικής σημασίας αποτέλεσμα».

Η ανάπτυξη αυτών των ικανοτήτων επιτρέπει την ουσιαστική επίλυση προβλημάτων σε τομείς όπως: διαπολιτισμικές συγκρούσεις, προώθηση της εξάλειψης των προκαταλήψεων και των διακρίσεων, δημιουργία δικτύων κοινών ενδιαφερόντων και αξιών, δημοκρατική συμμετοχή, περιορισμός της κρατικής εξουσίας, εταιρική διαφάνεια, ελευθερία λόγου και πρόσβαση στην πληροφόρηση.

Τέλος, ο Γκάμπριελ επισημαίνει: «Το θέμα δεν τίθεται πλέον στην προώθηση ενός εθνικού πατριωτισμού με την εκπαίδευση και τη μόρφωση, αλλά στην ενίσχυση, με την αγωγή και την παιδεία στα μέσα ενημέρωσης, της αίσθησης μιας οικουμενικής ιθαγένειας προσανατολισμένης σε έναν πολυπολιτισμικό κόσμο. Τα μέσα ενημέρωσης είναι σήμερα οι ενεργοί διαμορφωτές του οράματος που κάθε ανθρώπινος όμιλος έχει για τον ίδιο και τους άλλους... Η επικοινωνία θέτει στα χέρια του κάθε ατόμου τη δυνατότητα ... να δημιουργήσει για πρώτη φορά στην ιστορία μια νέα πλανητική συνείδηση που αντιλαμβάνεται την αρχή ότι «οι ψυχές των ανθρώπων είναι ένα». worldgoodwill.org/video#gj

 

Επισύροντας την Προσοχή στο Καλό, το Όμορφο και το Αληθινό

   VIDEO

Η Αλεξάνδρα Ράτκλιφ (Alexandra Ratcliffe) είναι εκπαιδευτικός, στοχαστής και ανεξάρτητη συγγραφέας. Η δουλειά της έχει δημοσιευτεί στην εφημερίδα The Huffington Post (huffpost.com) και διατηρεί τον δικό της ιστόποπο στο www.soulfulconnections.uk. Ξεκίνησε με σκέψεις για τα πολλά επίπεδα και σημασίες της αλήθειας, από το συγκεκριμένο μέχρι το λεπτοφυές και το Απόλυτο. Ωστόσο, υπάρχει αυτό τον καιρό η αίσθηση ότι κάθε αλήθεια είναι σχετική με το άτομο: «Μετα-αλήθεια» ήταν η λέξη-ορισμός του λεξικού της Οξφόρδης για το έτος 2016, ο οποίος εμπεριέχει την ένδειξη ότι το προσωπικό αίσθημα είναι σημαντικότερο από ό,τι ο ορθολογισμός και τα γεγονότα. Ένας άλλος σχετικός όρος που πέρασε πρόσφατα σε χρήση αφορά τα «εναλλακτικά γεγονότα».

Για να εξακριβωθούν τα δεδομένα σχετικά με ένα γεγονός, οι ιστορικοί κάνουν διάκριση μεταξύ των πρωτογενών πηγών που είναι αφηγήσεις από πρώτο χέρι ή αποδεικτικά στοιχεία και των δευτερογενών πηγών που είναι οι γραπτές τους περιγραφές. Οι τριτογενείς πηγές συνδυάζουν στοιχεία τόσο από πρωτογενείς όσο και από δευτερογενείς πηγές. Όσο περισσότερο απομακρυνόμαστε, σε χρόνο ή χώρο, από ένα γεγονός, τόσο πιο πιθανό είναι αυτό να παραμορφώνεται και είναι δυστυχώς αλήθεια για τη δημοσιογραφία ότι οι κατευθείαν ανταποκρίσεις από πρωτογενείς πηγές έχουν υψηλό κόστος. Αυτή η οικονομική πίεση στο σύγχρονο σκηνικό των μέσων ενημέρωσης έχει σαν αποτέλεσμα να πολλαπλασιάζονται τα ρεπορτάζ από δεύτερο και τρίτο χέρι απομακρύνοντας μας από την αλήθεια. Επιπλέον, υπάρχει το γεγονός ότι «Από τη στιγμή που η ανθρωπότητα βρίσκεται από τη φύση της σε σύνδεση με την Ενεργό Νοημοσύνη, τείνουμε να είμαστε Συλλέκτες Πληροφοριών. Και επειδή οι πληροφορίες είναι διαθέσιμες με το πάτημα ενός πλήκτρου και μπορούν να διανεμηθούν σε ολόκληρο τον κόσμο σε δευτερόλεπτα, ο καθένας μπορεί να συγκεντρώσει όλες τις πληροφορίες που επιλέγει και να καθορίσει τις δικές του αλήθειες ώστε να είναι ταιριαστές με την προσωπική του εκδοχή για την πραγματικότητα».

Η Αλεξάνδρα παρουσίασε ένα σύντομο ιστορικό για την κυκλοφορία της πληροφορίας, από τους ρήτορες της αρχαίας Ελλάδας ως τη διανομή φυλλαδίων στη Ρώμη, γεγονός που διευκόλυνε η κατασκευή δρόμων και πλωτών οδών. Καθημερινά φυλλάδια και δελτία, οι πρόδρομοι των εφημερίδων, άρχισαν να εμφανίζονται στη Ρώμη. Τον 17ο αιώνα εμφανίστηκαν οι εφημερίδες στην Ευρώπη και η ιδέα της «προπαγάνδας», ως πληροφορίας που χρησιμοποιείται για να επηρεάσει ή να προωθήσει μια ατζέντα, είχε αρχίσει να εδραιώνεται. Αυτή η σκόπιμη χειραγώγηση της κοινής γνώμης αυξήθηκε έκτοτε και ο ηλεκτρονικός μερισμός επιτάχυνε την τάση, φέρνοντας νέα κύματα με εσκεμμένα ψευδείς ή παραπλανητικές πληροφορίες. «Σήμερα, στην εποχή του Ιντερνέτ, έχουμε έναν εικονικό κόσμο πληροφόρησης και παραπληροφόρησης, δίπλα-δίπλα, στροβιλιζόμενο αδιάκοπα γύρω από τον κυβερνοχώρο».

Η διάδοση της παραπληροφόρησης έχει σημαντικές επιπτώσεις στη δημοκρατία. Όπως παρατήρησε ο καθηγητής ιστορίας στο Yale, Τιμ Σνάιντερ (Tim Snyder): «Η έλλειψη στήριξης στα γεγονότα σημαίνει έλλειψη ελευθερίας. Και αν δεν υπάρχει τίποτε αληθινό, τότε κανείς δεν μπορεί να επικρίνει την εξουσία, διότι δεν θα υπάρχει καμία βάση για να το κάνει». Αυτό υπογραμμίζει την καίρια ανάγκη για εκπαιδευτικά συστήματα που θα διδάσκουν την ικανότητα διάκρισης και θα βοηθούν στην ολοκλήρωση των φυσικών, συναισθηματικών και πνευματικών ικανοτήτων, οδηγώντας στην επαφή με την ενόραση, «τον υπέρτατο διακριβωτή της αλήθειας». Η δευτεροβάθμια εκπαίδευση πρέπει να περιλαμβάνει την παιδεία στα μέσα ενημέρωσης, την αγωγή του πολίτη, την ηθική και τον προβληματισμό σχετικά με τον αντίκτυπο της τεχνολογίας. Ένα πρόγραμμα το οποίο εφαρμόστηκε και ονομαζόταν «Ζωντανές Αξίες για Έναν Καλύτερο Κόσμο» (Living Values for a Better World) εισήγαγε τους μαθητές στις έννοιες και το λεξιλόγιο της ειρήνης, της ενσυναίσθησης, του σεβασμού και της ανοχής. Τόσο για τα παιδιά όσο και τους ενήλικες, η εκπαίδευση για την αξιοπιστία των πηγών πληροφόρησης πρέπει να διεξάγεται δια βίου. Αυτό θα μας βοηθήσει να αποφασίζουμε τί μοιραζόμαστε και τί όχι. Υπάρχει ανάγκη να προβληματιστούμε για την πρόθεση των λόγων μας και για τον τρόπο με τον οποίο οι αγνές προθέσεις και η καθαρή σκέψη διαλευκαίνουν την νοητική ατμόσφαιρα.

Χρήσιμο είναι, όταν προσεγγίζουμε ιστορίες στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, να αναρωτιόμαστε κατά πόσο τραβούν την προσοχή μας προς το καλό, το όμορφο και το αληθινό. Ο καθένας από εμάς φέρει ευθύνη συνεισφέροντας το μερίδιό του για αυτές τις ποιότητες στη νοητική και συναισθηματική ζωή της ανθρωπότητας. Ένα βασικό εργαλείο σε αυτό το έργο είναι ο διαλογισμός, καθώς μας επιτρέπει να έλθουμε σε επαφή με τις αιώνιες αλήθειες που υπόκεινται όλης της εξωτερικής αναταραχής, τις αλήθειες που μπορούν να μας ελευθερώσουν, αλήθειες όπως το γεγονός ότι η αγάπη είναι ο αληθινός συνδετικός ιστός της ανθρωπότητας. Κι αυτό είναι κάτι, που εάν δεν το ακούσουμε να μεταδίδεται από τις ειδήσεις, σημαίνει ότι απλά δεν ακούμε ολόκληρη την ιστορία. Ακόμα και μια ελάχιστη επαφή με αυτές τις αιώνιες αλήθειες, είναι ικανή να μας τραβήξει ένα βήμα έξω από την σύγχυση που προκαλεί η ταραγμένη θάλασσα της πληροφόρησης και παραπληροφόρησης και να μας ελευθερώσει. worldgoodwill.org/video#ar

 

Μαθήματα για τον Διαλογισμό στα Πανεπιστήμια Μπορούν να Αφυπνίσουν την Ενόραση

   VIDEO

Ο καθηγητής Αντρέας ντε Μπρουίν (Andreas de Bruin) του Πανεπιστημίου Εφαρμοσμένων Επιστημών του Μονάχου, το 2010, ίδρυσε στο Μόναχο το πρόγραμμα «Διαλογισμός στο Πανεπιστήμιο». Αυτό τον καιρό διδάσκει μαθήματα διαλογισμού σε εννέα τομείς σπουδών σε τέσσερις σχολές. Ο Ανδρέας επισήμανε αρχικά, ότι η πρόθεσή του να δημιουργήσει το «Μοντέλο του Μονάχου» (Munich Model) με βάση το διαλογισμό, ήταν για να μπορέσει να εισαχθεί η ενόραση στα πανεπιστήμια. Τα παγκόσμια προβλήματα που δημιουργήσαμε έχουν προκύψει από την εφαρμογή της διάνοιας και χρειαζόμαστε την ενόραση για να μας βοηθήσει στην επίλυσή τους.

Ο Ανδρέας αναφέρθηκε στο έργο του βιολόγου, φιλόσοφου και νευρο-επιστήμονα Φρανσίσκο Βαρέλα (Francisco Varela) και του ψυχολόγου Ντάνιελ Γκόλεμαν (Daniel Goleman), οι οποίοι κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η σημαντικότερη συνεισφορά της επιστήμης στον 21ο αιώνα θα είναι η αντιμετώπιση των καταστροφικών συναισθημάτων που αποτελούν τις υποκείμενες αιτίες των περισσότερων πλανητικών προβλημάτων. Ξεκίνησαν διάλογο με τον Δαλάι Λάμα και άλλους Βουδιστές μοναχούς για την αξία του διαλογισμού και της ενσυνειδητότητας και τα αποτελέσματα της έρευνάς τους είναι διαθέσιμα στη διεύθυνση www.mindandlife.org. Ο Ανδρέας βλέπει αυτήν την εργασία ως σπόρο στην εκρηκτική ανάπτυξη της έρευνας για την αξία της ενσυνειδητότητας. Θεωρεί ότι η ενσυνειδητότητα είναι το προκαταρκτικό στάδιο για τον αληθινό διαλογισμό, ο οποίος τότε μόνο λαμβάνει χώρα όταν υπάρχει ολοκλήρωση της προσωπικότητας, επιτρέποντας να αρχίσει να δομείται ο σύνδεσμος με την ψυχή. Σε αυτό το σημείο ο πραγματικός έλεγχος πάνω στον νου μπορεί να αρχίσει να εδραιώνεται και πολλοί από τους σπουδαστές που έχουν ενταχθεί στα μαθήματά του, λένε ότι θέλουν να βελτιώσουν τον έλεγχο στον νου τους. Παρότι αρκετά προγράμματα σπουδών εισάγουν την ενσυνειδητότητα στα πανεπιστήμια και τις επιχειρήσεις για να δημιουργήσουν δεξιότητες συγκέντρωσης και στρατηγικές αντιμετώπισης του στρες, για τον ίδιο, ο βαθύτερος διπλός σκοπός είναι να επιτρέψει στους φοιτητές να συνδεθούν με την ψυχή και στη συνέχεια να αναδείξουν αυτές τις ψυχικές ενέργειες σε δημιουργική υπηρεσία στην κοινωνία. «... ήταν σημαντικό να συμπεριλάβουμε τον διαλογισμό ... ώστε να βοηθήσουμε τους σπουδαστές να έλθουν σε μεγαλύτερη επαφή με τον εαυτό τους και να φέρουν ίσως αυτό που υπάρχει μέσα τους προς τα έξω και στη συνέχεια προς στην κοινωνία».

Το μοντέλο του Μονάχου αναπτύχθηκε εντυπωσιακά, ξεκινώντας το 2010 με μία προσφορά 15 θέσεων και φτάνοντας σήμερα, το 2017, να εφαρμόζεται σε 9 τομείς σπουδών σε 4 σχολές, με 150 μαθητές ανά εξάμηνο. Το μοντέλο υιοθετήθηκε επίσης και από άλλα πανεπιστήμια. Τα μαθήματα δίνουν έμφαση στην ενεργό συμμετοχή. Ο κάθε φοιτητής τηρεί ένα ημερολόγιο για το πώς εφαρμόζει τον διαλογισμό στην καθημερινότητά του. Αυτό του επιτρέπει να διερευνήσει πώς ο διαλογισμός μπορεί να ενσωματωθεί ουσιαστικά στο δικό του πεδίο σπουδών, για παράδειγμα, στην εκπαίδευση καθηγητών. education. Οι πρακτικές ασκήσεις περιλαμβάνουν ενσυνείδητη επικοινωνία, ενσυνείδητη παρασκευή και πρόσληψη τροφής, ενσυνειδητότητα και αναπνοή, ήχο στον διαλογισμό κλπ... Υπάρχει επίσης αναφορά στην έρευνα που πραγματοποιείται σήμερα σχετικά με τον διαλογισμό σε διάφορους τομείς και τον τρόπο διεξαγωγής του διαλογισμού σε φυλακές, νοσοκομεία και άλλα μέρη. Οι φοιτητές ασκούν διάφορες τεχνικές διαλογισμού και όσοι ενδιαφέρονται να ακολουθήσουν περαιτέρω μια συγκεκριμένη τεχνική μπορούν να συνεχίσουν με εξωτερικούς ειδικούς. Υπάρχουν επίσης πιο φιλοσοφικές συζητήσεις και προβολές ταινιών σε θέματα σχετικά με τον διαλογισμό.

Ο Ανδρέας έκλεισε αναφερόμενος στο πιο πρόσφατο πρότζεκτ του, το οποίο επικεντρώνεται στην εφαρμογή του διαλογισμού για την εκτίμηση της τέχνης των Πρεσβύτερων Διδασκάλων. Ορισμένες έρευνες δείχνουν ότι ο διαλογισμός επιτρέπει μια βαθύτερη αντίληψη στην τέχνη. Ο Ανδρέας διεξήγαγε σχετικά πειράματα στο μουσείο Rijksmuseum του Άμστερνταμ, με μικρές ομάδες που βαδίζουν ενσυνείδητα προς τα έργα τέχνης, προχωρούν στην ενσυνείδητη παρατήρησή τους και σχηματίζοντας υποομάδες, εξετάζουν τις διάφορες όψεις ενός πίνακα. Για τον ίδιο, η εφαρμογή του διαλογισμού σε ό,τι αφορά την εκτίμηση της τέχνης, αλλά και μέσα στα πανεπιστήμια, αποτελεί μέρος της γενικότερης εφαρμογής του διαλογισμού στη ζωή μας, επιτρέποντάς μας με σοφία να τα διαμορφώσουμε στην υπηρεσία του συνόλου. worldgoodwill.org/video#ab

Στο επόμενο τεύχος, θα ερευνήσουμε το θέμα Από το Απατηλό στο Πραγματικό στη σχέση του με την επιστήμη, την φιλοσοφία και τις τέχνες..

ΜΕΙΝΕΤΕ ΣΕ ΕΠΑΦΗ

Παγκόσμια Καλή Θέληση στα Κοινωνικά Δίκτυα